Στα 2 έτη η εγγύηση στα μεταχειρισμένα – Πότε επιστρέφονται χρήματα.
Γιώργος Κ. Ανδρής
Ποια είναι η εγγύηση που έχει ένα μεταχειρισμένο αυτοκίνητο; Πότε ευθύνεται ο πωλητής και πότε ο αγοραστής σε περίπτωση βλάβης; Πότε δικαιούνται αποζημίωση ο αγοραστής; Πότε μπορεί να απαιτήσει να του επιστραφούν χρήματα; Πότε μπορεί να απαιτήσει αποζημίωση για την ζημιά; Ποια ελαττώματα αποδέχονται τα Δικαστήρια; Πόσο χρόνο έχει στην διάθεσή του ο αγοραστής να ασκήσει τα δικαιώματά του και πόσο ο πωλητής;
Τα παραπάνω αποτελούν συνηθισμένα ερωτήματα που έχουν όλοι οι υποψήφιοι αγοραστές μεταχειρισμένων αυτοκινήτων ή ιδιοκτήτες οχημάτων από δεύτερο χέρι και όταν προκληθεί μια ζημιά στο όχημά τους δεν γνωρίζουν τα δικαιώματά τους.
Η δικηγόρος και Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια ΜΔΕ Ποινικού Δικαίου και Ποινικής Δικονομίας και ΜΔΕ Αστικού Δικαίου κ. Μαριαλένα Παπαδοπούλου εξηγεί στους καταναλωτές ποια είναι τα δικαιώματά τους σε περίπτωση που αγοράσουν κάποιο μεταχειρισμένο όχημα και εκείνο για κάποιο λόγο χαλάσει και η επισκευή του κοστίζει αρκετά χρήματα. Παράλληλα η κ. Παπαδοπούλου επισημαίνει τι ορίζει ο νόμος σχετικά με την εγγύηση των μεταχειρισμένων αυτοκινήτων!
«Αντικείμενο της παρούσας, συνιστά η οριοθέτηση της ευθύνης του πωλητή καινούργιου ή μεταχειρισμένου αυτοκινήτου έναντι του αγοραστή – καταναλωτή και δη λόγω της παρεχόμενης εγγύησης. Η ευθύνη αυτή μπορεί να θεμελιώνεται τόσο στις κοινές διατάξεις του Αστικού Κώδικα όσο και στον ειδικότερο νόμο 2251/1994, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, για την προστασία του καταναλωτή. Επισημαίνεται ότι για την εφαρμογή του τελευταίου, απαιτείται τα μέρη να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω νόμου σύμφωνα με τον οποίο: «Πωλητής» είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο πωλεί καταναλωτικά αγαθά με σύμβαση που συνάπτει κατά την άσκηση της εμπορικής, επιχειρηματικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας (α. 1α περ. 3), ενώ «Καταναλωτής» είναι κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί για λόγους οι οποίοι δεν εμπίπτουν στην εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή ελευθέρια επαγγελματική του δραστηριότητα (α. 1α περ. 1).
Με βάση τα ανωτέρω, διαγράφεται σε αδρές γραμμές το πλέγμα των εφαρμοστέων διατάξεων, με τις γενικές ρυθμίσεις του Αστικού Κώδικα να εφαρμόζονται σε κάθε πώληση ανεξαιρέτως, τις δε ρυθμίσεις του ν. 2251/1994, να τυγχάνουν εφαρμογής, εφόσον πληρούνται τα παραπάνω κριτήρια για τα συμβαλλόμενα μέρη. Έτσι, ο αγοραστής-καταναλωτής είναι προστατευτέος και με τα δύο πλέγματα διατάξεων.
Ξεκινώντας από τη γενική προστασία που παρέχεται από τις γενικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα σχετικά με την πώληση (αρ. 513 ΑΚ), σε περίπτωση, που κατά τον χρόνο μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή υφίσταται πραγματικό ελάττωμα ή έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας του πωληθέντος αντικειμένου, ο αγοραστής δικαιούται: 1) να απαιτήσει διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός αν η ενέργεια είναι αδύνατη ή προκαλεί δυσανάλογες δαπάνες,
2) να μειώσει το τίμημα ή
3) να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός και αν πρόκειται για επουσιώδες ελάττωμα. Σε περίπτωση, εξάλλου, που υφίσταται έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ή η τυχόν ελαττωματικότητα του πράγματος οφείλεται σε υπαιτιότητα του πωλητή, ο αγοραστής μπορεί, σωρευτικά, με τα ανωτέρω δικαιώματα
4) να απαιτήσει αποζημίωση για τη ζημία, που δεν καλύπτεται από την άσκηση τους. Πραγματικό ελάττωμα συνιστά η ατέλεια του πράγματος, που αφορά στην ιδιοσυστασία ή την κατάσταση του κατά τον κρίσιμο χρόνο της μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή και η οποία έχει αρνητική επίδραση στην αξία ή τη χρησιμότητα αυτού.
Ειδικότερα, στο πεδίο του αυτοκινήτου, ενδεικτικά αναφέρονται περιπτώσεις, οι οποίες έχουν κριθεί ως πραγματικά ελαττώματα από τα Δικαστήρια της ουσίας: μη λειτουργία της κάμερας οπισθοπορείας, μη λειτουργία συστήματος navigation, μη λειτουργία ραδιοφώνου και οθόνης, αθρόα εισροή υδάτων στην καμπίνα, η εμπρόσθια δεξιά πόρτα δεν είναι ευθυγραμμισμένη με την οπίσθια δεξιά πόρτα, κατά τη διαδικασία πλυσίματός του και κατά τη διάρκεια βροχοπτώσεως και εκδήλωση θορύβων εντός της καμπίνας , λόγω δονήσεων της οροφής (ΕφΑθ 33/2019), η εκπομπή υπερβολικής μυρωδιάς και ζέστης από τον κινητήρα μετά από κάθε διαδρομή, τα λάστιχα των παραθύρων και το πορτών έφεραν ελαττώματα καθώς παρέκκλιναν από την ευθεία, τα λάστιχα των καθρεπτών δεν εφάπτονται και προεξέχουν από το σώμα των πορτών, ο αρμός που υπάρχει ανάμεσα στην εμπρόσθια δεξιά πόρτα και το εμπρόσθιο δεξιό φτερό είναι εμφανώς μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο αριστερό, τα νίκελα του οχήματος ήταν καλυμμένα με άλατα και το μασπιέ ήταν καλυμμένο με κάποιο υλικό μου ομοίαζε με κερί, δυσλειτουργία του αυτόματου σασμάν η οποία αν και στιγμιαία ενεργοποιεί την ένδειξη προβλήματος στο ταμπλό του αυτοκινήτου, πρόβλημα με την υπερθέρμανση του μοτέρ ή του εγκεφάλου του συστήματος υποβοηθούμενης διεύθυνσης, το οποίο τις περισσότερες φορές διαρκεί για κάποια χιλιόμετρα και ενεργοποιεί την ένδειξη προβλήματος του κινητήρα στο ταμπλό, η υπερβολική ψύξη στο εσωτερικό του ντουλαπιού που βρίσκεται στη θέση του συνοδηγού όταν λειτουργεί ο κλιματισμός του αυτοκινήτου, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται έντονα σημάδια υγροποίησης, η καταστροφή των μικρών ελαστικών βάσεων που εδράζεται το καπό του αυτοκινήτου όταν είναι κλειστό, πρόβλημα στο φίλτρο πετρελαίου, η άνω τσιμούχα στεγανοποίησης του παραθύρου της οπίσθιας δεξιάς πόρτας δεν είναι πλήρως ευθυγραμμισμένη, η κάτω τσιμούχα με το νίκελο της οπίσθιας αριστερής και δεξιάς πόρτας δεν εφάπτεται πλήρως με το σώμα του αυτοκινήτου, η τσιμούχα στεγανοποίησης του εμπρόσθιου αριστερού και του εμπρόσθιου δεξιού παραθύρου δεν εφάπτεται πλήρως με το κολωνάκι του αντίστοιχου παραθύρου, μία από τις βίδες συγκράτησης του δοχείου νερού των υαλοκαθαριστήρων εκλείπει, οι τσιμούχες με τα νίκελα στην εμπρόσθια δεξιά και οπίσθια δεξιά πόρτα παρουσιάζουν μικρή διαφορά ως προς την ευθεία, ενώ ως συνομολογημένες ιδιότητες, έχουν κριθεί: η τεχνική ιδιότητα της λειτουργίας όλων των συστημάτων ασφαλείας του, μεταξύ των οποίων και η λειτουργία του επίμαχου αερόσακου προστασίας του οδηγού αλλά και του συνοδηγού σε περίπτωση μετωπικής σύγκρουσης ή πρόσκρουσης επί σταθερού αντικειμένου, παρέμβαση στον χιλιομετρητή. Επομένως, σε όλες τις ανωτέρω, ενδεικτικά και μόνο αναφερόμενες περιπτώσεις, ο αγοραστής έχει τα παραπάνω υπό 1-4 δικαιώματα.
Σημειώνεται, μάλιστα, ότι εάν το πραγματικό ελάττωμα ή έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας, εμφανισθεί εντός έξι (6) μηνών από την αγορά, τότε τεκμαίρεται, ότι υπήρχε κατά το χρόνο της πώλησης, διευκολύνοντας τη θέση του αγοραστή, ενώ η ευθύνη του πωλητή για την ύπαρξη ελαττωμάτων ή για έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων του οχήματος, είναι αντικειμενική, δηλαδή δεν εξαρτάται από τυχόν υπαιτιότητά του. Ο αγοραστής έχει στη διάθεσή του δύο (2) χρόνια για να ασκήσει τα δικαιώματά του, καθώς η ευθύνη του πωλητή παραγράφεται σε δύο (2) έτη.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι όλες οι ανωτέρω περιπτώσεις, αποτελούν μορφή παραβίασης της σύμβασης πώλησης εκ μέρους του πωλητή, η οποία είναι δυνατό -αλλά όχι απαραίτητο-, εφόσον αποτελεί ζημιογόνα ενέργεια, πράξη ή παράλειψη, να θεμελιώνει συγχρόνως και ευθύνη από αδικοπραξία. Αυτό συμβαίνει όταν η ενέργεια αυτή και χωρίς την προϋπάρχουσα συμβατική σχέση θα ήταν παράνομη, ως αντίθετη στο γενικό καθήκον που επιβάλλει η διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ, να μην προκαλεί κανείς υπαιτίως ζημία σε άλλον (ΑΠ 1120/2005, ΕφΑΘ 302/2006). Ειδικότερα, όταν υπάρχει ενδοσυμβατική ευθύνη για πραγματικό ελάττωμα του πωληθέντος οχήματος, για τη θεμελίωση και αδικοπρακτικής ευθύνης του πωλητή, θα πρέπει η ύπαρξη του ελαττώματος να αποδίδεται σε υπαίτια συμπεριφορά του, όπως συμβαίνει όταν αυτός με πρόθεση επιδιώκει να δημιουργήσει, ενισχύσει ή διατηρήσει πεπλανημένη εντύπωση στον αγοραστή, αναφορικά με την ανυπαρξία πραγματικού ελαττώματος, με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών, ή με την απόκρυψη των αληθινών γεγονότων.
Ακολούθως, σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 2291/1994 περί προστασίας του καταναλωτή με τίτλο «Ευθύνη κατά την πώληση καταναλωτικών αγαθών (νόμιμη εγγύηση)»:
«1.Σε κάθε πώληση ο πωλητής υποχρεούται να παραδώσει στον καταναλωτή τα αγαθά με τις συνομολογημένες ιδιότητες και χωρίς πραγματικά ελαττώματα, σύμφωνα με τα άρθρα 534επ. του Αστικού Κώδικα.
2.Σε περίπτωση πώλησης μεταχειρισμένων αγαθών, ο πωλητής και ο καταναλωτής μπορούν να συμφωνήσουν μικρότερη χρονική περίοδο για την παραγραφή της ευθύνης του πωλητή από αυτή που προβλέπεται στο άρθρο 554 του Αστικού Κώδικα. Σε κάθε περίπτωση, η περίοδος αυτή δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ενός (1) έτους.
3.Παραίτηση του καταναλωτή από την προστασία του πριν από την εμφάνιση του ελαττώματος ή της έλλειψης της συνομολογημένης ιδιότητας είναι άκυρη.»
Σύμφωνα με τα παραπάνω, ως νόμιμη εγγύηση ορίζεται η ευθύνη που έχει ο πωλητής αν το προϊόν, κατά την παράδοσή του στον καταναλωτή, είναι ελαττωματικό ή δεν ανταποκρίνεται στα χαρακτηριστικά του, όπως αυτά περιγράφονται από τον πωλητή, κατ’ αντιστοιχία με τα παραπάνω αναφερθέντα περί ύπαρξης πραγματικών ελαττωμάτων και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων. Η διάρκεια της νόμιμης εγγύησης για καινούργια και μεταχειρισμένα προϊόντα είναι δύο χρόνια.
Παρόλα αυτά, ειδικά για τα μεταχειρισμένα προϊόντα, ο πωλητής και ο καταναλωτής, μπορούν να συμφωνήσουν σε μικρότερη περίοδο, αλλά όχι μικρότερη του ενός έτους. Επομένως, όλα τα οχήματα καλύπτονται κατ’ ελάχιστο από διετή εγγύηση, εκτός αντίθετης συμφωνίας, που μπορεί να γίνει μόνο εφόσον πρόκειται για μεταχειρισμένο όχημα και πάλι όμως όχι μικρότερη από ένα (1) έτος. Συνεπώς, εισάγεται διαφοροποίηση και μάλιστα -αυτό είναι το παράδοξο- σε βάρος του καταναλωτή από την παρ. 2 του ως άνω άρθρου, ως προς την πώληση μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, σε σχέση με τα γενικά ισχύοντα στο δίκαιο της πώλησης.
Στο ακριβώς επόμενο άρθρο του νόμου περί προστασίας του καταναλωτή με τίτλο: «Εμπορική εγγύηση» ορίζεται ότι: Η παροχή εμπορικής εγγύησης δεν συνιστά υποχρέωση του πωλητή αλλά μπορεί να παρέχεται κατά την απόλυτη διακριτική του ευχέρεια, ιδίως στο πλαίσιο να καταστήσει πιο ελκυστική την πώληση του αυτοκινήτου. Αξίζει να σημειωθεί ο εκούσιος χαρακτήρας της εμπορικής εγγύησης ισχύει ακόμη και όταν αντικείμενο της πώλησης είναι καινούργιο αυτοκίνητο, σε αντίθεση με το προϊσχύσαν δίκαιο. Όταν δεν παρέχεται τέτοια εγγύηση, γεννάται απλώς διπλή υποχρέωση ενημέρωσης του πωλητή: πρώτον, να το γνωστοποιήσει, πριν από την πώληση, στον καταναλωτή με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο (π.χ. σε έντυπο, πινακίδα σε εμφανές σημείο του καταστήματος) εγγράφως ή πάνω σε σταθερό μέσο κατά την έννοια του α. 1α περ. 11 και δεύτερον, να τον ενημερώσει με τον ίδιο τρόπο ότι ισχύουν τα δικαιώματά του που απορρέουν από τη νόμιμη εγγύηση. Οι ανωτέρω υποχρεώσεις ενημέρωσης εκ μέρους του πωλητή υφίστανται για καταναλωτικά αγαθά των οποίων η πιθανή διάρκεια ζωής υπερβαίνει τα δύο έτη, άρα και τα αυτοκίνητα, καταλαμβάνει δε τόσο τα καινούργια όσο και τα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, ελλείψει αντίθετης διάκρισης. Με άλλα λόγια, εάν δεν προσφέρεται εμπορική εγγύηση από τον πωλητή, ο καταναλωτής προστατεύεται μόνο μέσω της νόμιμης εγγύησης, η χρονική ισχύς της οποίας είναι διετής για καινούργια αυτοκίνητα, κατ’ ελάχιστον δε μονοετής για μεταχειρισμένα οχήματα, ήτοι απολάβει της συνήθους προστασίας κάθε «κοινού» αγοραστή (μη καταναλωτή), με δυνατότητα μάλιστα περιορισμού, εφόσον πρόκειται για μεταχειρισμένο όχημα. Ο πωλητής έχει το βάρος απόδειξης ότι η ως άνω ενημέρωση έλαβε χώρα και με τον τρόπο που ορίζεται στο νόμο, προκειμένου να μην ισχύει η εμπορική εγγύηση. Το ανεπαρκές της προστασίας του καταναλωτή καθίσταται ορατό και λόγω του σημαντικής διαφοράς με την προγενέστερη ρύθμιση όσο και ιδωμένη από την εύλογη προσδοκία του καταναλωτή για την παροχή εμπορικής εγγύησης, λόγω της φύσης τους, της αναμενόμενης πιθανής διάρκειας ζωής τους, της τεχνολογικής τους περιπλοκότητας και τα επικρατούντα συναλλακτικά ήθη, άπαντα τα παραπάνω κριτήρια συντρέχουν στην περίπτωση αγοράς αυτοκινήτου είτε καινούργιου είτε μεταχειρισμένου.
Δικαστικές αποφάσεις
Ειρηνοδικείο Αθηνών. Κατά τη σύναψη σύμβασης πώλησης ενός μεταχειρισμένου αυτοκινήτου, τύπου Citroen τύπου C5, κυλινδρισμού 1600 κυβ. εκ., αντί τιμήματος 14.450 ευρώ, το οποίο εξοφλήθηκε πλήρως, μεταξύ του ενάγοντος (ενός εκ τους αγοραστές) και της εναγομένης (πωλήτριας), η πωλήτρια υποσχέθηκε στους αγοραστές την πλήρη και κανονική λειτουργία του αυτοκινήτου, απαλλαγμένου από πραγματικά ελαττώματα που θα μείωναν την αξία και τη χρησιμότητά του και ότι αυτό έφερε όλες τις συνομολογημένες ιδιότητες του, πιστοποιώντας σε ειδικό βιβλίο της ότι εγγυάται για διάστημα τριών (3) ετών, την ανυπαρξία σκουριάς στο αμάξωμα του οχήματος, το ότι αυτό ήταν ατρακάριστο, ότι δεν έφερε καμία μηχανική βλάβη και ότι είχε υποστεί βιολογικό καθαρισμό, με την προϋπόθεση ότι οι αγοραστές προέβαιναν σε τακτές προθεσμίες στη συστηματική, προγραμματισμένη συντήρηση του αυτοκινήτου στα συνεργεία της εναγομένης. Ωστόσο, μετά από τρεις (3) μήνες διαπιστώθηκε ότι το αυτοκίνητο κατά την πώληση έφερε πραγματικό ελάττωμα κεκαλυμμένο και δη βλάβη στον κινητήρα του, και είχε ως συνέπεια την πρόκληση και περαιτέρω ζημιών του. Κατόπιν τούτου το όχημα μεταφέρθηκε σε εξουσιοδοτημένο συνεργείο διαπιστώθηκαν εκτεταμένες βλάβες του και δη προϋπάρχουσα βλάβη του κινητήρα του, που εμφάνισε στρέβλωση του συστήματος μπλοκαρίσματος του, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η κίνηση του χωρίς τριβή των εσωτερικών τμημάτων της μηχανής του και από το απότομο και ανεξέλεγκτο ανέβασμα της θερμοκρασίας του αυτοκινήτου, να υφίσταται κίνδυνος της ανά πάσα στιγμή ανάφλεξης του. Κατά σύσταση του άνω συνεργείου το αυτοκίνητο έπρεπε να μεταφερθεί στο συνεργείο της εναγομένης, προκειμένου να επισκευασθεί με έξοδα και δαπάνες της τελευταίας, με βάση την τριετή εγγύηση, που είχε χορηγήσει στους άνω αγοραστές για την καλή μηχανική λειτουργία του αυτοκινήτου κατά την πώληση του και ότι η ζημία του καλυπτόταν απ’ αυτήν. Η πωλήτρια αρνήθηκε να καταβάλλει τις δαπάνες επισκευής. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι παρά την επισκευή του αυτοκινήτου, εξαιτίας του άνω ελαττώματος του και λαμβανομένων υπόψη του ύψους, της φύσης, του είδους και της έκτασης των προκληθεισών εξαιτίας του άνω ελαττώματος ζημιών του, υπέστη μείωση της αγοραστικής του αξίας, η οποία εκτιμάται στο ποσό των 600 ευρώ. Η εναγομένη ως εταιρεία ειδικευμένη στην πώληση μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, γνώριζε ότι το αυτοκίνητο έφερε σοβαρό μηχανικό ελάττωμα κατά την πώληση του, που μπορούσε να διαπιστωθεί από τους τεχνικούς συμβούλους της, με απλό έλεγχο της μηχανής του οχήματος, ώστε αυτό ή να επιδιορθωθεί πρώτα και μετά να πωληθεί ή να μειωθεί η αξία πωλήσεως του, κατά το ποσό που το τίμημα εκ των πραγμάτων θα απομειωνόταν, με βάση τη δαπάνη αποκαταστάσεως του πραγματικού ελαττώματος, που αυτό έφερε και έπρεπε πριν την πώληση, με βάση την καλή συναλλακτική πίστη, τα χρηστά ήθη και την συναλλακτική ευθύτητα, να επιδιορθωθεί.
Το Δικαστήριο έκανε δεκτή την αγωγή και δέχθηκε ότι η πωλήτρια εταιρία ευθύνεται από την σύμβαση για το κρυμμένο ελάττωμα που έφερε το αυτοκίνητο κατά την πώληση του και πρέπει να υποχρεωθεί να καταβάλλει στον ενάγοντα-αγοραστή του επίδικου αυτοκινήτου κατά ποσοστό 80% (διότι η κυριότητα του αυτοκινήτου κατά ποσοστό 20% είχε μεταβιβασθεί σε άλλο πρόσωπο), ανάλογη αποζημίωση, ύψους (3.200+600=3.800X80%=) 3.040 ευρώ, για την μείωση του τιμήματος. Τέλος, η πωλήτρια υποχρεώθηκε και στην καταβολή ποσού 600 ευρώ ως ανάλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη, καθότι η ως άνω συμπεριφορά της εναγομένης, πέραν του ότι αποτελεί αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης, συνιστά και αδικοπραξία, καθόσον αυτή αν και γνώριζε κατά το χρόνο παράδοσης του αυτοκινήτου στον ενάγοντα – αγοραστή την ύπαρξη του ανωτέρω πραγματικού ελαττώματος, εντούτοις δολίως το απέκρυψε και παριστάνοντας του ψευδή γεγονότα ως αληθή πέτυχε να της καταβάλει ο ενάγων-αντισυμβαλλόμενός της το άνω ποσό του τιμήματος κατά το ανάλογο ποσοστό της συγκυριότητας του.
Απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών. Ο ενάγων, έχοντας δει στην ιστοσελίδα της εναγομένης, που ασχολείται με την εισαγωγή και εμπορία αυτοκινήτων, διαφήμιση για πώληση, μεταχειρισμένου αυτοκινήτου εργοστασίου Skoda, με έτος κυκλοφορίας το 2007, 105 ίππων, που είχε διανύσει 57.000 χιλ. και διέθετε μεταξύ άλλων και συναγερμό, αντί τιμήματος 7.900 ευρώ. Πράγματι μετά από επίσκεψη στο κατάστημα της πωλήτριας εταιρίας, συνήψε σύμβαση με την εναγομένη, από την οποία αγόρασε το προπεριγραφόμενο αυτοκίνητο αντί τιμήματος 7.900 ευρώ, το οποίο εξόφλησε 3 μέρες μετά, οπότε και ολοκληρώθηκε η μεταβίβαση του αυτοκίνητου, για το οποίο η εναγομένη τον είχε διαβεβαιώσει ότι είχε διανύσει 57.169 χιλ., ότι έφερε συναγερμό και ότι ήταν ατρακάριστο. Μετά από μία εβδομάδα από την αγορά του αυτοκινήτου, επειδή εμφανίσθηκε υγρασία στην τάπα του λαδιού, μετέφερε ο αγοραστής το αυτοκίνητο σε εξουσιοδοτημένο συνεργείο της Skoda για έλεγχο, όπου τον πληροφόρησαν ότι το αυτοκίνητο είχε διανύσει περισσότερα χιλιόμετρα από τα αναγραφόμενα στο επικαλούμενο και προσαγόμενο αντίγραφο του βιβλίου σέρβις, στο οποίο εμφανίζεται να έχει γίνει αλλαγή οδοντωτού ιμάντα, ο έλεγχος του οποίου προτείνεται από την αντιπροσωπεία του αυτοκινήτου στα 90.000 χιλιόμετρα. Έπειτα από περαιτέρω έρευνα του ενάγοντα ο προηγούμενος ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου τον διαβεβαίωσε ότι το αυτοκίνητο του είχε διανύσει τουλάχιστον 90.000 χιλ. και είχε τρακάρει ενόσω ο ίδιος το οδηγούσε. Στην συνέχεια, εμφανίσθηκαν πραγματικά ελαττώματα στο ως άνω αυτοκίνητο, για την αποκατάσταση των οποίων ο αγοραστής δαπάνησε συνολικά το ποσό των 1.517,95 ευρώ. Στη συνέχεια ο αγοραστής, ανέθεσε σε πραγματογνώμονα να εξετάσει λεπτομερώς το αυτοκίνητο. Πράγματι, ο ως άνω πραγματογνώμων παρουσία τεχνικών της Skoda προέβη στον έλεγχο του αυτοκινήτου που αγόρασε ο ενάγων από την εναγομένη, από τον οποίο προέκυψε ότι το αυτοκίνητο έχει τρακάρει μπροστά και ότι η επισκευή που έχει γίνει είναι τελείως πρόχειρη, ότι είναι σπασμένος ο προφυλακτήρας και η βάση του ψυγείου νερού, η μετώπη είναι στραβωμένη, η τραβέρσα πρόχειρα επισκευασμένη, το καπό κακοφτιαγμένο και η μάσκα πρόχειρα επισκευασμένη, ότι έχει αλλαχθεί το εμπρόσθιο αριστερό φτερό, ο φανός και ο φανός ομίχλης, έχει δε επισκευασθεί το οπίσθιο αριστερό φτερό, ο θόλος και η πόρτα, ενώ το μουαγέ, το ρουλεμάν, το ακρόμπαρο και το Ζαμφόρ του εμπρόσθιου αριστερού τροχού έχουν αλλαχθεί και τα ανταλλακτικά που έχουν μπει είναι μεταχειρισμένα. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι υπήρχε βλάβη στα όργανα καντράν, ύστερα από σύνδεση με τον υπολογιστή, και βλάβη στην κλειδαριά της πόρτας του οδηγού. Διαπιστώθηκε επίσης ότι το αυτοκίνητο δεν φέρει συναγερμό, ότι ο ιμάντας χρονισμού του κινητήρα είναι αλλαγμένος, ενώ βάσει των χιλιομέτρων που έγραφαν τα όργανα του αυτοκινήτου δεν έπρεπε να αλλαχθεί, και ο ιμάντας αυτός δεν είναι της αντιπροσωπείας αλλά του εμπορίου και ότι η αγοραία αξία του αυτοκινήτου κυμαίνεται στα 7.500 ευρώ χωρίς τα ελαττώματα και λόγω των ζημιών έχει μειωθεί η αγοραστική του αξία κατά 40% και ότι για την αποκατάσταση των παραπάνω ελαττωμάτων θα απαιτηθεί το συνολικό ποσό των 3.400 ευρώ. Η αγωγή έγινε δεκτή καθότι η εναγόμενη ευθύνεται από την σύμβαση για την έλλειψη των συνομολογημένων ιδιοτήτων του επίδικου αυτοκινήτου σχετικά με τα διανυθέντα χιλιόμετρα, την έλλειψη συναγερμού και ότι το αυτοκίνητο είχε υποστεί τρακάρισμα, που διαπιστώθηκαν εντός εξαμήνου και, συνεπώς, τεκμαίρεται ότι υπήρχαν κατά την παράδοση (537§1 Α.Κ.), η οποία ευθύνη είναι αντικειμενική και υποχρεώθηκε να καταβάλλει στον αγοραστή 3.000 ευρώ που ζητεί ο ενάγων, γενομένου δεκτού του κονδυλίου μείωσης της τιμής του αυτοκινήτου, το οποίο ποσό πρέπει να καταβληθεί σωρευτικά με την αποζημίωση που αφορά την θετική ζημία του ενάγοντα ποσού 1.517,95 ευρώ για την αποκατάσταση των ελαττωμάτων στα οποία προέβη, πλέον ποσού 61,50 ευρώ για την αμοιβή του πραγματογνώμβονα. Τέλος, επιδικάσθηκε και ανάλογη χρηματική ικανοποίησή λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη ο αγοραστής εξαιτίας της υπαίτιας και δόλιας συμπεριφοράς της πωλήτριας εταιρίας, η οποία να και γνώριζε ότι η ένδειξη του χιλιομετρητή δεν είναι αληθής, έπεισε τον ενάγοντα να προβεί στην αγορά του αυτοκινήτου, το οποίο δεν θα αγόραζε αν γνώριζε τα χιλιόμετρα που είχε πράγματι διανύσει, η δε συμπεριφορά της αυτή, αποτελεί εκτός από αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης και αδικοπραξία κατά την έννοια του άρθρου 914 σε συνδυασμό με το 147 του ΑΚ.
Απόφαση του Εφετείου Δωδεκανήσου: Καταρτίστηκε και υπογράφτηκε στην Ρόδο μεταξύ του ενάγοντος και της πρώτης εναγόμενης δια της επίσημης εμπορικής της αντιπροσώπου στο νησί, τρίτης εναγόμενης, σύμβαση πώλησης με την οποία η πρώτη εναγόμενη ανέλαβε την υποχρέωση να μεταβιβάσει στον ενάγοντα ένα αυτοκίνητο-ταξί, αντί συμφωνηθέντος τιμήματος 44.300 ευρώ, το οποίο εξοφλήθηκε ολοσχερώς. Ήδη από τον τρίτο μήνα μετά την παράδοση-παραλαβή του το β κατά την διάρκεια του δεύτερου τακτικού ελέγχου (σέρβις) που διενεργήθηκε στις εγκαταστάσεις συνεργείου της τρίτης εναγόμενης-εφεσίβλητης και έχοντας διανύσει ήδη 39.947 χλμ. καθότι επαγγελματικό όχημα, εμφάνισε πρόβλημα μειωμένης απόδοσης ισχύος κινητήριος οπότε οι προστηθέντες της τρίτης προέβησαν αυθημερόν σε καθαρισμό των βαλβίδων του καταλύτη του οχήματος και παρέδωσαν το όχημα στον ενάγοντα. Ωστόσο το ίδιο πρόβλημα επανήλθε δεκαπέντε περίπου ημέρες αργότερα και έκτοτε και για το επόμενο χρονικό διάστημα ο ενάγων διαμαρτυρόμενος επισκέπτονταν το εν λόγω συνεργείο όπου και καταβλήθηκαν προσπάθειες από τους τεχνικούς αντιμετώπισης του προβλήματος. Ένα σχεδόν έτος αργότερα κι ενώ το ανωτέρω πρόβλημα δεν είχε επιλυθεί οριστικά και συγκεκριμένα στις 20-07-2011 οι τεχνικοί της τρίτης εναγομένης προέβησαν σε αλλαγή των βαλβίδων του καταλύτη του οχήματος. Παρά την αντικατάσταση αυτή το πρόβλημα παρέμεινε και επανεμφανίστηκε στις 10-10-2011 οπότε το όχημα είχε διανύσει περί τα 82.000 χλμ. και οι ανωτέρω τεχνικοί προέβησαν σε αντικατάσταση των εγχυτήρων καυσίμου (μπεκ). Ωστόσο το πρόβλημα εξακολούθησε, μεσολάβησε συνεννόηση με ειδικό διαγνώστη της πρώτης εναγόμενης στην Αθήνα, και οι τεχνικοί της τρίτης εναγόμενης προέβησαν αρχικά σε παρέμβαση στην πλεξούδα του αυτοκινήτου, αποκαθισταμένου και πάλι μόνο προσωρινά του προβλήματος. Έτσι τον Μάιο του 2012 οι τεχνικοί της τρίτης εναγομένης πρότειναν την αλλαγή της πλεξούδας και του εγκεφάλου του κινητήρα πρόταση που δεν έγινε δεκτή από τον ενάγοντα, ο οποίος όντας δύσπιστος ως προς την αποτελεσματικότητα της λύσης αυτής από τους ίδιους και έχοντας κλονισθεί για την ικανότητα και δυνατότητα αυτών να προβούν σε οριστική επιδιόρθωση του προβλήματος, παρέλαβε το όχημα του στις 06-06-2012 και μετέφερε αυτό στο εξουσιοδοτημένο συνεργείο της δεύτερης εναγομένης επίσημης επισκευάστριας και διανομέως των αυτοκινήτων «……….» στην Αθήνα εν όψει και της συμπλήρωσης του χρόνου της διετούς προθεσμίας ευθύνης της πωλήτριας εταιρείας (εγγύησης) για εμφανισθέντα ελαττώματα του οχήματος. Στο εν λόγω συνεργείο το όχημα παρέμεινε για το χρονικό διάστημα από 06-06-2012 έως 10-08-2012 όπου αποκαταστάθηκε η καλωδίωση στους εμπρόσθιους χώρους του κινητήρα, έγινε επισκευή της καλωδίωσης του αισθητήρα «Λ» και αντικατάσταση του αισθητήρα θερμοκρασίας πριν τον υπερπληρωτή καυσαερίων και του αισθητήρα θερμοκρασίας για φίλτρο ντίζελ, όμως η βλάβη παρέμεινε οπότε και προέτιναν – σε συνεργασία και με τον εξειδικευμένο επιθεωρητή της πρώτης – ως την μόνη ενδεδειγμένη λύση την πλήρη αντικατάσταση των καλωδιώσεων του κινητήρα και του εγκεφάλου αυτού, ενέργεια η οποία πραγματοποιήθηκε όταν παρελήφθησαν τα αναγκαία ανταλλακτικά από τη Γερμανία όμως και πάλι η λειτουργία του οχήματος δεν αποκαταστάθηκε πλήρως. Ως εκ τούτου προέβησαν σε περαιτέρω ελέγχους οπότε διαπιστώθηκαν λοιπές μη εγκεκριμένες εργοστασιακά επεμβάσεις στην κεντρική καλωδίωση του οχήματος, οι οποίες και αποκαταστάθηκαν με την ορθή συνδεσιμότητα αυτών με τον ενδεδειγμένο τρόπο, και στις 30-07-2012 κλήθηκε ο ενάγων να παραλάβει το όχημα γεγονός που δεν πραγματοποιήθηκε καθώς στην δοκιμαστική διαδρομή από τον τελευταίο παρουσιάστηκε και πάλι μειωμένη απόδοση κινητήρα. Ως εκ τούτου παρέμεινε στο ανωτέρω συνεργείο όπου αντικαταστάθηκε μια ακόμη βαλβίδα εναλλαγής στοιχείου υποπίεσης κλαπέτου παράκαμψης στροβιλοσυμπιεστή και μια βαλβίδα ανακύκλωσης αέρα του υπερπληρωτή καυσαερίων (turbo) και παραδόθηκε εντέλει στις 10-08-2012 στον ιδιοκτήτη του (ενάγοντα) που το παρέλαβε επιφυλασσόμενος κάθε νομίμου δικαιώματος του. Μετά ταύτα το Δικαστήριο έκρινε ότι η ως άνω δυσλειτουργία του οχήματος συνιστούσε πραγματικό ελάττωμα, οφειλόμενο σε κατασκευαστική αστοχία που υφίστατο ήδη σε λανθάνουσα μορφή κατά την κατάρτιση της σύμβασης πώλησης και συνεπώς και κατά την παράδοση του στον αγοραστή-ενάγοντα. Και μπορεί μεν το ελάττωμα τούτο να μην εκμηδένιζε την αξία του οχήματος δεδομένου ότι δεν αναιρούσε την κατά προορισμό χρήση του αφού ο ενάγων χρησιμοποιούσε τούτο για τον βιοπορισμό του σε καθημερινή βάση διανύοντας δεκάδες χιλιάδες χιλιόμετρα, επηρέαζε ωστόσο αρνητικά αυτές (αξία και χρήση). Το ελάττωμα οφείλεται σε αμέλεια της πρώτης εναγόμενης, που ως πωλήτρια εταιρεία δεν επέδειξε την δέουσα επιμέλεια στις συναλλαγές, ήτοι δε διέγνωσε εγκαίρως τη δυσλειτουργία αυτή ώστε να μην προβεί στην μεταβίβαση αυτού με το προαναφερθέν ελάττωμα.
Πηγή: https://www.newsauto.gr/news/sta-2-eti-i-engiisi-sta-metachirismena-ich-pote-epistrefonte-chrimata/
Ποια είναι η εγγύηση που έχει ένα μεταχειρισμένο αυτοκίνητο; Πότε ευθύνεται ο πωλητής και πότε ο αγοραστής σε περίπτωση βλάβης; Πότε δικαιούνται αποζημίωση ο αγοραστής; Πότε μπορεί να απαιτήσει να του επιστραφούν χρήματα; Πότε μπορεί να απαιτήσει αποζημίωση για την ζημιά; Ποια ελαττώματα αποδέχονται τα Δικαστήρια; Πόσο χρόνο έχει στην διάθεσή του ο αγοραστής να ασκήσει τα δικαιώματά του και πόσο ο πωλητής;
Τα παραπάνω αποτελούν συνηθισμένα ερωτήματα που έχουν όλοι οι υποψήφιοι αγοραστές μεταχειρισμένων αυτοκινήτων ή ιδιοκτήτες οχημάτων από δεύτερο χέρι και όταν προκληθεί μια ζημιά στο όχημά τους δεν γνωρίζουν τα δικαιώματά τους.
Η δικηγόρος και Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια ΜΔΕ Ποινικού Δικαίου και Ποινικής Δικονομίας και ΜΔΕ Αστικού Δικαίου κ. Μαριαλένα Παπαδοπούλου εξηγεί στους καταναλωτές ποια είναι τα δικαιώματά τους σε περίπτωση που αγοράσουν κάποιο μεταχειρισμένο όχημα και εκείνο για κάποιο λόγο χαλάσει και η επισκευή του κοστίζει αρκετά χρήματα. Παράλληλα η κ. Παπαδοπούλου επισημαίνει τι ορίζει ο νόμος σχετικά με την εγγύηση των μεταχειρισμένων αυτοκινήτων!
«Αντικείμενο της παρούσας, συνιστά η οριοθέτηση της ευθύνης του πωλητή καινούργιου ή μεταχειρισμένου αυτοκινήτου έναντι του αγοραστή – καταναλωτή και δη λόγω της παρεχόμενης εγγύησης. Η ευθύνη αυτή μπορεί να θεμελιώνεται τόσο στις κοινές διατάξεις του Αστικού Κώδικα όσο και στον ειδικότερο νόμο 2251/1994, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, για την προστασία του καταναλωτή. Επισημαίνεται ότι για την εφαρμογή του τελευταίου, απαιτείται τα μέρη να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω νόμου σύμφωνα με τον οποίο: «Πωλητής» είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο πωλεί καταναλωτικά αγαθά με σύμβαση που συνάπτει κατά την άσκηση της εμπορικής, επιχειρηματικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας (α. 1α περ. 3), ενώ «Καταναλωτής» είναι κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί για λόγους οι οποίοι δεν εμπίπτουν στην εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή ελευθέρια επαγγελματική του δραστηριότητα (α. 1α περ. 1).
Με βάση τα ανωτέρω, διαγράφεται σε αδρές γραμμές το πλέγμα των εφαρμοστέων διατάξεων, με τις γενικές ρυθμίσεις του Αστικού Κώδικα να εφαρμόζονται σε κάθε πώληση ανεξαιρέτως, τις δε ρυθμίσεις του ν. 2251/1994, να τυγχάνουν εφαρμογής, εφόσον πληρούνται τα παραπάνω κριτήρια για τα συμβαλλόμενα μέρη. Έτσι, ο αγοραστής-καταναλωτής είναι προστατευτέος και με τα δύο πλέγματα διατάξεων.
Ξεκινώντας από τη γενική προστασία που παρέχεται από τις γενικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα σχετικά με την πώληση (αρ. 513 ΑΚ), σε περίπτωση, που κατά τον χρόνο μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή υφίσταται πραγματικό ελάττωμα ή έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας του πωληθέντος αντικειμένου, ο αγοραστής δικαιούται: 1) να απαιτήσει διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός αν η ενέργεια είναι αδύνατη ή προκαλεί δυσανάλογες δαπάνες,
2) να μειώσει το τίμημα ή
3) να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός και αν πρόκειται για επουσιώδες ελάττωμα. Σε περίπτωση, εξάλλου, που υφίσταται έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ή η τυχόν ελαττωματικότητα του πράγματος οφείλεται σε υπαιτιότητα του πωλητή, ο αγοραστής μπορεί, σωρευτικά, με τα ανωτέρω δικαιώματα
4) να απαιτήσει αποζημίωση για τη ζημία, που δεν καλύπτεται από την άσκηση τους. Πραγματικό ελάττωμα συνιστά η ατέλεια του πράγματος, που αφορά στην ιδιοσυστασία ή την κατάσταση του κατά τον κρίσιμο χρόνο της μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή και η οποία έχει αρνητική επίδραση στην αξία ή τη χρησιμότητα αυτού.
Ειδικότερα, στο πεδίο του αυτοκινήτου, ενδεικτικά αναφέρονται περιπτώσεις, οι οποίες έχουν κριθεί ως πραγματικά ελαττώματα από τα Δικαστήρια της ουσίας: μη λειτουργία της κάμερας οπισθοπορείας, μη λειτουργία συστήματος navigation, μη λειτουργία ραδιοφώνου και οθόνης, αθρόα εισροή υδάτων στην καμπίνα, η εμπρόσθια δεξιά πόρτα δεν είναι ευθυγραμμισμένη με την οπίσθια δεξιά πόρτα, κατά τη διαδικασία πλυσίματός του και κατά τη διάρκεια βροχοπτώσεως και εκδήλωση θορύβων εντός της καμπίνας , λόγω δονήσεων της οροφής (ΕφΑθ 33/2019), η εκπομπή υπερβολικής μυρωδιάς και ζέστης από τον κινητήρα μετά από κάθε διαδρομή, τα λάστιχα των παραθύρων και το πορτών έφεραν ελαττώματα καθώς παρέκκλιναν από την ευθεία, τα λάστιχα των καθρεπτών δεν εφάπτονται και προεξέχουν από το σώμα των πορτών, ο αρμός που υπάρχει ανάμεσα στην εμπρόσθια δεξιά πόρτα και το εμπρόσθιο δεξιό φτερό είναι εμφανώς μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο αριστερό, τα νίκελα του οχήματος ήταν καλυμμένα με άλατα και το μασπιέ ήταν καλυμμένο με κάποιο υλικό μου ομοίαζε με κερί, δυσλειτουργία του αυτόματου σασμάν η οποία αν και στιγμιαία ενεργοποιεί την ένδειξη προβλήματος στο ταμπλό του αυτοκινήτου, πρόβλημα με την υπερθέρμανση του μοτέρ ή του εγκεφάλου του συστήματος υποβοηθούμενης διεύθυνσης, το οποίο τις περισσότερες φορές διαρκεί για κάποια χιλιόμετρα και ενεργοποιεί την ένδειξη προβλήματος του κινητήρα στο ταμπλό, η υπερβολική ψύξη στο εσωτερικό του ντουλαπιού που βρίσκεται στη θέση του συνοδηγού όταν λειτουργεί ο κλιματισμός του αυτοκινήτου, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται έντονα σημάδια υγροποίησης, η καταστροφή των μικρών ελαστικών βάσεων που εδράζεται το καπό του αυτοκινήτου όταν είναι κλειστό, πρόβλημα στο φίλτρο πετρελαίου, η άνω τσιμούχα στεγανοποίησης του παραθύρου της οπίσθιας δεξιάς πόρτας δεν είναι πλήρως ευθυγραμμισμένη, η κάτω τσιμούχα με το νίκελο της οπίσθιας αριστερής και δεξιάς πόρτας δεν εφάπτεται πλήρως με το σώμα του αυτοκινήτου, η τσιμούχα στεγανοποίησης του εμπρόσθιου αριστερού και του εμπρόσθιου δεξιού παραθύρου δεν εφάπτεται πλήρως με το κολωνάκι του αντίστοιχου παραθύρου, μία από τις βίδες συγκράτησης του δοχείου νερού των υαλοκαθαριστήρων εκλείπει, οι τσιμούχες με τα νίκελα στην εμπρόσθια δεξιά και οπίσθια δεξιά πόρτα παρουσιάζουν μικρή διαφορά ως προς την ευθεία, ενώ ως συνομολογημένες ιδιότητες, έχουν κριθεί: η τεχνική ιδιότητα της λειτουργίας όλων των συστημάτων ασφαλείας του, μεταξύ των οποίων και η λειτουργία του επίμαχου αερόσακου προστασίας του οδηγού αλλά και του συνοδηγού σε περίπτωση μετωπικής σύγκρουσης ή πρόσκρουσης επί σταθερού αντικειμένου, παρέμβαση στον χιλιομετρητή. Επομένως, σε όλες τις ανωτέρω, ενδεικτικά και μόνο αναφερόμενες περιπτώσεις, ο αγοραστής έχει τα παραπάνω υπό 1-4 δικαιώματα.
Σημειώνεται, μάλιστα, ότι εάν το πραγματικό ελάττωμα ή έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας, εμφανισθεί εντός έξι (6) μηνών από την αγορά, τότε τεκμαίρεται, ότι υπήρχε κατά το χρόνο της πώλησης, διευκολύνοντας τη θέση του αγοραστή, ενώ η ευθύνη του πωλητή για την ύπαρξη ελαττωμάτων ή για έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων του οχήματος, είναι αντικειμενική, δηλαδή δεν εξαρτάται από τυχόν υπαιτιότητά του. Ο αγοραστής έχει στη διάθεσή του δύο (2) χρόνια για να ασκήσει τα δικαιώματά του, καθώς η ευθύνη του πωλητή παραγράφεται σε δύο (2) έτη.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι όλες οι ανωτέρω περιπτώσεις, αποτελούν μορφή παραβίασης της σύμβασης πώλησης εκ μέρους του πωλητή, η οποία είναι δυνατό -αλλά όχι απαραίτητο-, εφόσον αποτελεί ζημιογόνα ενέργεια, πράξη ή παράλειψη, να θεμελιώνει συγχρόνως και ευθύνη από αδικοπραξία. Αυτό συμβαίνει όταν η ενέργεια αυτή και χωρίς την προϋπάρχουσα συμβατική σχέση θα ήταν παράνομη, ως αντίθετη στο γενικό καθήκον που επιβάλλει η διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ, να μην προκαλεί κανείς υπαιτίως ζημία σε άλλον (ΑΠ 1120/2005, ΕφΑΘ 302/2006). Ειδικότερα, όταν υπάρχει ενδοσυμβατική ευθύνη για πραγματικό ελάττωμα του πωληθέντος οχήματος, για τη θεμελίωση και αδικοπρακτικής ευθύνης του πωλητή, θα πρέπει η ύπαρξη του ελαττώματος να αποδίδεται σε υπαίτια συμπεριφορά του, όπως συμβαίνει όταν αυτός με πρόθεση επιδιώκει να δημιουργήσει, ενισχύσει ή διατηρήσει πεπλανημένη εντύπωση στον αγοραστή, αναφορικά με την ανυπαρξία πραγματικού ελαττώματος, με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών, ή με την απόκρυψη των αληθινών γεγονότων.
Ακολούθως, σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 2291/1994 περί προστασίας του καταναλωτή με τίτλο «Ευθύνη κατά την πώληση καταναλωτικών αγαθών (νόμιμη εγγύηση)»:
«1.Σε κάθε πώληση ο πωλητής υποχρεούται να παραδώσει στον καταναλωτή τα αγαθά με τις συνομολογημένες ιδιότητες και χωρίς πραγματικά ελαττώματα, σύμφωνα με τα άρθρα 534επ. του Αστικού Κώδικα.
2.Σε περίπτωση πώλησης μεταχειρισμένων αγαθών, ο πωλητής και ο καταναλωτής μπορούν να συμφωνήσουν μικρότερη χρονική περίοδο για την παραγραφή της ευθύνης του πωλητή από αυτή που προβλέπεται στο άρθρο 554 του Αστικού Κώδικα. Σε κάθε περίπτωση, η περίοδος αυτή δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ενός (1) έτους.
3.Παραίτηση του καταναλωτή από την προστασία του πριν από την εμφάνιση του ελαττώματος ή της έλλειψης της συνομολογημένης ιδιότητας είναι άκυρη.»
Σύμφωνα με τα παραπάνω, ως νόμιμη εγγύηση ορίζεται η ευθύνη που έχει ο πωλητής αν το προϊόν, κατά την παράδοσή του στον καταναλωτή, είναι ελαττωματικό ή δεν ανταποκρίνεται στα χαρακτηριστικά του, όπως αυτά περιγράφονται από τον πωλητή, κατ’ αντιστοιχία με τα παραπάνω αναφερθέντα περί ύπαρξης πραγματικών ελαττωμάτων και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων. Η διάρκεια της νόμιμης εγγύησης για καινούργια και μεταχειρισμένα προϊόντα είναι δύο χρόνια.
Παρόλα αυτά, ειδικά για τα μεταχειρισμένα προϊόντα, ο πωλητής και ο καταναλωτής, μπορούν να συμφωνήσουν σε μικρότερη περίοδο, αλλά όχι μικρότερη του ενός έτους. Επομένως, όλα τα οχήματα καλύπτονται κατ’ ελάχιστο από διετή εγγύηση, εκτός αντίθετης συμφωνίας, που μπορεί να γίνει μόνο εφόσον πρόκειται για μεταχειρισμένο όχημα και πάλι όμως όχι μικρότερη από ένα (1) έτος. Συνεπώς, εισάγεται διαφοροποίηση και μάλιστα -αυτό είναι το παράδοξο- σε βάρος του καταναλωτή από την παρ. 2 του ως άνω άρθρου, ως προς την πώληση μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, σε σχέση με τα γενικά ισχύοντα στο δίκαιο της πώλησης.
Στο ακριβώς επόμενο άρθρο του νόμου περί προστασίας του καταναλωτή με τίτλο: «Εμπορική εγγύηση» ορίζεται ότι: Η παροχή εμπορικής εγγύησης δεν συνιστά υποχρέωση του πωλητή αλλά μπορεί να παρέχεται κατά την απόλυτη διακριτική του ευχέρεια, ιδίως στο πλαίσιο να καταστήσει πιο ελκυστική την πώληση του αυτοκινήτου. Αξίζει να σημειωθεί ο εκούσιος χαρακτήρας της εμπορικής εγγύησης ισχύει ακόμη και όταν αντικείμενο της πώλησης είναι καινούργιο αυτοκίνητο, σε αντίθεση με το προϊσχύσαν δίκαιο. Όταν δεν παρέχεται τέτοια εγγύηση, γεννάται απλώς διπλή υποχρέωση ενημέρωσης του πωλητή: πρώτον, να το γνωστοποιήσει, πριν από την πώληση, στον καταναλωτή με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο (π.χ. σε έντυπο, πινακίδα σε εμφανές σημείο του καταστήματος) εγγράφως ή πάνω σε σταθερό μέσο κατά την έννοια του α. 1α περ. 11 και δεύτερον, να τον ενημερώσει με τον ίδιο τρόπο ότι ισχύουν τα δικαιώματά του που απορρέουν από τη νόμιμη εγγύηση. Οι ανωτέρω υποχρεώσεις ενημέρωσης εκ μέρους του πωλητή υφίστανται για καταναλωτικά αγαθά των οποίων η πιθανή διάρκεια ζωής υπερβαίνει τα δύο έτη, άρα και τα αυτοκίνητα, καταλαμβάνει δε τόσο τα καινούργια όσο και τα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, ελλείψει αντίθετης διάκρισης. Με άλλα λόγια, εάν δεν προσφέρεται εμπορική εγγύηση από τον πωλητή, ο καταναλωτής προστατεύεται μόνο μέσω της νόμιμης εγγύησης, η χρονική ισχύς της οποίας είναι διετής για καινούργια αυτοκίνητα, κατ’ ελάχιστον δε μονοετής για μεταχειρισμένα οχήματα, ήτοι απολάβει της συνήθους προστασίας κάθε «κοινού» αγοραστή (μη καταναλωτή), με δυνατότητα μάλιστα περιορισμού, εφόσον πρόκειται για μεταχειρισμένο όχημα. Ο πωλητής έχει το βάρος απόδειξης ότι η ως άνω ενημέρωση έλαβε χώρα και με τον τρόπο που ορίζεται στο νόμο, προκειμένου να μην ισχύει η εμπορική εγγύηση. Το ανεπαρκές της προστασίας του καταναλωτή καθίσταται ορατό και λόγω του σημαντικής διαφοράς με την προγενέστερη ρύθμιση όσο και ιδωμένη από την εύλογη προσδοκία του καταναλωτή για την παροχή εμπορικής εγγύησης, λόγω της φύσης τους, της αναμενόμενης πιθανής διάρκειας ζωής τους, της τεχνολογικής τους περιπλοκότητας και τα επικρατούντα συναλλακτικά ήθη, άπαντα τα παραπάνω κριτήρια συντρέχουν στην περίπτωση αγοράς αυτοκινήτου είτε καινούργιου είτε μεταχειρισμένου.
Δικαστικές αποφάσεις
Ειρηνοδικείο Αθηνών. Κατά τη σύναψη σύμβασης πώλησης ενός μεταχειρισμένου αυτοκινήτου, τύπου Citroen τύπου C5, κυλινδρισμού 1600 κυβ. εκ., αντί τιμήματος 14.450 ευρώ, το οποίο εξοφλήθηκε πλήρως, μεταξύ του ενάγοντος (ενός εκ τους αγοραστές) και της εναγομένης (πωλήτριας), η πωλήτρια υποσχέθηκε στους αγοραστές την πλήρη και κανονική λειτουργία του αυτοκινήτου, απαλλαγμένου από πραγματικά ελαττώματα που θα μείωναν την αξία και τη χρησιμότητά του και ότι αυτό έφερε όλες τις συνομολογημένες ιδιότητες του, πιστοποιώντας σε ειδικό βιβλίο της ότι εγγυάται για διάστημα τριών (3) ετών, την ανυπαρξία σκουριάς στο αμάξωμα του οχήματος, το ότι αυτό ήταν ατρακάριστο, ότι δεν έφερε καμία μηχανική βλάβη και ότι είχε υποστεί βιολογικό καθαρισμό, με την προϋπόθεση ότι οι αγοραστές προέβαιναν σε τακτές προθεσμίες στη συστηματική, προγραμματισμένη συντήρηση του αυτοκινήτου στα συνεργεία της εναγομένης. Ωστόσο, μετά από τρεις (3) μήνες διαπιστώθηκε ότι το αυτοκίνητο κατά την πώληση έφερε πραγματικό ελάττωμα κεκαλυμμένο και δη βλάβη στον κινητήρα του, και είχε ως συνέπεια την πρόκληση και περαιτέρω ζημιών του. Κατόπιν τούτου το όχημα μεταφέρθηκε σε εξουσιοδοτημένο συνεργείο διαπιστώθηκαν εκτεταμένες βλάβες του και δη προϋπάρχουσα βλάβη του κινητήρα του, που εμφάνισε στρέβλωση του συστήματος μπλοκαρίσματος του, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η κίνηση του χωρίς τριβή των εσωτερικών τμημάτων της μηχανής του και από το απότομο και ανεξέλεγκτο ανέβασμα της θερμοκρασίας του αυτοκινήτου, να υφίσταται κίνδυνος της ανά πάσα στιγμή ανάφλεξης του. Κατά σύσταση του άνω συνεργείου το αυτοκίνητο έπρεπε να μεταφερθεί στο συνεργείο της εναγομένης, προκειμένου να επισκευασθεί με έξοδα και δαπάνες της τελευταίας, με βάση την τριετή εγγύηση, που είχε χορηγήσει στους άνω αγοραστές για την καλή μηχανική λειτουργία του αυτοκινήτου κατά την πώληση του και ότι η ζημία του καλυπτόταν απ’ αυτήν. Η πωλήτρια αρνήθηκε να καταβάλλει τις δαπάνες επισκευής. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι παρά την επισκευή του αυτοκινήτου, εξαιτίας του άνω ελαττώματος του και λαμβανομένων υπόψη του ύψους, της φύσης, του είδους και της έκτασης των προκληθεισών εξαιτίας του άνω ελαττώματος ζημιών του, υπέστη μείωση της αγοραστικής του αξίας, η οποία εκτιμάται στο ποσό των 600 ευρώ. Η εναγομένη ως εταιρεία ειδικευμένη στην πώληση μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, γνώριζε ότι το αυτοκίνητο έφερε σοβαρό μηχανικό ελάττωμα κατά την πώληση του, που μπορούσε να διαπιστωθεί από τους τεχνικούς συμβούλους της, με απλό έλεγχο της μηχανής του οχήματος, ώστε αυτό ή να επιδιορθωθεί πρώτα και μετά να πωληθεί ή να μειωθεί η αξία πωλήσεως του, κατά το ποσό που το τίμημα εκ των πραγμάτων θα απομειωνόταν, με βάση τη δαπάνη αποκαταστάσεως του πραγματικού ελαττώματος, που αυτό έφερε και έπρεπε πριν την πώληση, με βάση την καλή συναλλακτική πίστη, τα χρηστά ήθη και την συναλλακτική ευθύτητα, να επιδιορθωθεί.
Το Δικαστήριο έκανε δεκτή την αγωγή και δέχθηκε ότι η πωλήτρια εταιρία ευθύνεται από την σύμβαση για το κρυμμένο ελάττωμα που έφερε το αυτοκίνητο κατά την πώληση του και πρέπει να υποχρεωθεί να καταβάλλει στον ενάγοντα-αγοραστή του επίδικου αυτοκινήτου κατά ποσοστό 80% (διότι η κυριότητα του αυτοκινήτου κατά ποσοστό 20% είχε μεταβιβασθεί σε άλλο πρόσωπο), ανάλογη αποζημίωση, ύψους (3.200+600=3.800X80%=) 3.040 ευρώ, για την μείωση του τιμήματος. Τέλος, η πωλήτρια υποχρεώθηκε και στην καταβολή ποσού 600 ευρώ ως ανάλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη, καθότι η ως άνω συμπεριφορά της εναγομένης, πέραν του ότι αποτελεί αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης, συνιστά και αδικοπραξία, καθόσον αυτή αν και γνώριζε κατά το χρόνο παράδοσης του αυτοκινήτου στον ενάγοντα – αγοραστή την ύπαρξη του ανωτέρω πραγματικού ελαττώματος, εντούτοις δολίως το απέκρυψε και παριστάνοντας του ψευδή γεγονότα ως αληθή πέτυχε να της καταβάλει ο ενάγων-αντισυμβαλλόμενός της το άνω ποσό του τιμήματος κατά το ανάλογο ποσοστό της συγκυριότητας του.
Απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών. Ο ενάγων, έχοντας δει στην ιστοσελίδα της εναγομένης, που ασχολείται με την εισαγωγή και εμπορία αυτοκινήτων, διαφήμιση για πώληση, μεταχειρισμένου αυτοκινήτου εργοστασίου Skoda, με έτος κυκλοφορίας το 2007, 105 ίππων, που είχε διανύσει 57.000 χιλ. και διέθετε μεταξύ άλλων και συναγερμό, αντί τιμήματος 7.900 ευρώ. Πράγματι μετά από επίσκεψη στο κατάστημα της πωλήτριας εταιρίας, συνήψε σύμβαση με την εναγομένη, από την οποία αγόρασε το προπεριγραφόμενο αυτοκίνητο αντί τιμήματος 7.900 ευρώ, το οποίο εξόφλησε 3 μέρες μετά, οπότε και ολοκληρώθηκε η μεταβίβαση του αυτοκίνητου, για το οποίο η εναγομένη τον είχε διαβεβαιώσει ότι είχε διανύσει 57.169 χιλ., ότι έφερε συναγερμό και ότι ήταν ατρακάριστο. Μετά από μία εβδομάδα από την αγορά του αυτοκινήτου, επειδή εμφανίσθηκε υγρασία στην τάπα του λαδιού, μετέφερε ο αγοραστής το αυτοκίνητο σε εξουσιοδοτημένο συνεργείο της Skoda για έλεγχο, όπου τον πληροφόρησαν ότι το αυτοκίνητο είχε διανύσει περισσότερα χιλιόμετρα από τα αναγραφόμενα στο επικαλούμενο και προσαγόμενο αντίγραφο του βιβλίου σέρβις, στο οποίο εμφανίζεται να έχει γίνει αλλαγή οδοντωτού ιμάντα, ο έλεγχος του οποίου προτείνεται από την αντιπροσωπεία του αυτοκινήτου στα 90.000 χιλιόμετρα. Έπειτα από περαιτέρω έρευνα του ενάγοντα ο προηγούμενος ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου τον διαβεβαίωσε ότι το αυτοκίνητο του είχε διανύσει τουλάχιστον 90.000 χιλ. και είχε τρακάρει ενόσω ο ίδιος το οδηγούσε. Στην συνέχεια, εμφανίσθηκαν πραγματικά ελαττώματα στο ως άνω αυτοκίνητο, για την αποκατάσταση των οποίων ο αγοραστής δαπάνησε συνολικά το ποσό των 1.517,95 ευρώ. Στη συνέχεια ο αγοραστής, ανέθεσε σε πραγματογνώμονα να εξετάσει λεπτομερώς το αυτοκίνητο. Πράγματι, ο ως άνω πραγματογνώμων παρουσία τεχνικών της Skoda προέβη στον έλεγχο του αυτοκινήτου που αγόρασε ο ενάγων από την εναγομένη, από τον οποίο προέκυψε ότι το αυτοκίνητο έχει τρακάρει μπροστά και ότι η επισκευή που έχει γίνει είναι τελείως πρόχειρη, ότι είναι σπασμένος ο προφυλακτήρας και η βάση του ψυγείου νερού, η μετώπη είναι στραβωμένη, η τραβέρσα πρόχειρα επισκευασμένη, το καπό κακοφτιαγμένο και η μάσκα πρόχειρα επισκευασμένη, ότι έχει αλλαχθεί το εμπρόσθιο αριστερό φτερό, ο φανός και ο φανός ομίχλης, έχει δε επισκευασθεί το οπίσθιο αριστερό φτερό, ο θόλος και η πόρτα, ενώ το μουαγέ, το ρουλεμάν, το ακρόμπαρο και το Ζαμφόρ του εμπρόσθιου αριστερού τροχού έχουν αλλαχθεί και τα ανταλλακτικά που έχουν μπει είναι μεταχειρισμένα. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι υπήρχε βλάβη στα όργανα καντράν, ύστερα από σύνδεση με τον υπολογιστή, και βλάβη στην κλειδαριά της πόρτας του οδηγού. Διαπιστώθηκε επίσης ότι το αυτοκίνητο δεν φέρει συναγερμό, ότι ο ιμάντας χρονισμού του κινητήρα είναι αλλαγμένος, ενώ βάσει των χιλιομέτρων που έγραφαν τα όργανα του αυτοκινήτου δεν έπρεπε να αλλαχθεί, και ο ιμάντας αυτός δεν είναι της αντιπροσωπείας αλλά του εμπορίου και ότι η αγοραία αξία του αυτοκινήτου κυμαίνεται στα 7.500 ευρώ χωρίς τα ελαττώματα και λόγω των ζημιών έχει μειωθεί η αγοραστική του αξία κατά 40% και ότι για την αποκατάσταση των παραπάνω ελαττωμάτων θα απαιτηθεί το συνολικό ποσό των 3.400 ευρώ. Η αγωγή έγινε δεκτή καθότι η εναγόμενη ευθύνεται από την σύμβαση για την έλλειψη των συνομολογημένων ιδιοτήτων του επίδικου αυτοκινήτου σχετικά με τα διανυθέντα χιλιόμετρα, την έλλειψη συναγερμού και ότι το αυτοκίνητο είχε υποστεί τρακάρισμα, που διαπιστώθηκαν εντός εξαμήνου και, συνεπώς, τεκμαίρεται ότι υπήρχαν κατά την παράδοση (537§1 Α.Κ.), η οποία ευθύνη είναι αντικειμενική και υποχρεώθηκε να καταβάλλει στον αγοραστή 3.000 ευρώ που ζητεί ο ενάγων, γενομένου δεκτού του κονδυλίου μείωσης της τιμής του αυτοκινήτου, το οποίο ποσό πρέπει να καταβληθεί σωρευτικά με την αποζημίωση που αφορά την θετική ζημία του ενάγοντα ποσού 1.517,95 ευρώ για την αποκατάσταση των ελαττωμάτων στα οποία προέβη, πλέον ποσού 61,50 ευρώ για την αμοιβή του πραγματογνώμβονα. Τέλος, επιδικάσθηκε και ανάλογη χρηματική ικανοποίησή λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη ο αγοραστής εξαιτίας της υπαίτιας και δόλιας συμπεριφοράς της πωλήτριας εταιρίας, η οποία να και γνώριζε ότι η ένδειξη του χιλιομετρητή δεν είναι αληθής, έπεισε τον ενάγοντα να προβεί στην αγορά του αυτοκινήτου, το οποίο δεν θα αγόραζε αν γνώριζε τα χιλιόμετρα που είχε πράγματι διανύσει, η δε συμπεριφορά της αυτή, αποτελεί εκτός από αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης και αδικοπραξία κατά την έννοια του άρθρου 914 σε συνδυασμό με το 147 του ΑΚ.
Απόφαση του Εφετείου Δωδεκανήσου: Καταρτίστηκε και υπογράφτηκε στην Ρόδο μεταξύ του ενάγοντος και της πρώτης εναγόμενης δια της επίσημης εμπορικής της αντιπροσώπου στο νησί, τρίτης εναγόμενης, σύμβαση πώλησης με την οποία η πρώτη εναγόμενη ανέλαβε την υποχρέωση να μεταβιβάσει στον ενάγοντα ένα αυτοκίνητο-ταξί, αντί συμφωνηθέντος τιμήματος 44.300 ευρώ, το οποίο εξοφλήθηκε ολοσχερώς. Ήδη από τον τρίτο μήνα μετά την παράδοση-παραλαβή του το β κατά την διάρκεια του δεύτερου τακτικού ελέγχου (σέρβις) που διενεργήθηκε στις εγκαταστάσεις συνεργείου της τρίτης εναγόμενης-εφεσίβλητης και έχοντας διανύσει ήδη 39.947 χλμ. καθότι επαγγελματικό όχημα, εμφάνισε πρόβλημα μειωμένης απόδοσης ισχύος κινητήριος οπότε οι προστηθέντες της τρίτης προέβησαν αυθημερόν σε καθαρισμό των βαλβίδων του καταλύτη του οχήματος και παρέδωσαν το όχημα στον ενάγοντα. Ωστόσο το ίδιο πρόβλημα επανήλθε δεκαπέντε περίπου ημέρες αργότερα και έκτοτε και για το επόμενο χρονικό διάστημα ο ενάγων διαμαρτυρόμενος επισκέπτονταν το εν λόγω συνεργείο όπου και καταβλήθηκαν προσπάθειες από τους τεχνικούς αντιμετώπισης του προβλήματος. Ένα σχεδόν έτος αργότερα κι ενώ το ανωτέρω πρόβλημα δεν είχε επιλυθεί οριστικά και συγκεκριμένα στις 20-07-2011 οι τεχνικοί της τρίτης εναγομένης προέβησαν σε αλλαγή των βαλβίδων του καταλύτη του οχήματος. Παρά την αντικατάσταση αυτή το πρόβλημα παρέμεινε και επανεμφανίστηκε στις 10-10-2011 οπότε το όχημα είχε διανύσει περί τα 82.000 χλμ. και οι ανωτέρω τεχνικοί προέβησαν σε αντικατάσταση των εγχυτήρων καυσίμου (μπεκ). Ωστόσο το πρόβλημα εξακολούθησε, μεσολάβησε συνεννόηση με ειδικό διαγνώστη της πρώτης εναγόμενης στην Αθήνα, και οι τεχνικοί της τρίτης εναγόμενης προέβησαν αρχικά σε παρέμβαση στην πλεξούδα του αυτοκινήτου, αποκαθισταμένου και πάλι μόνο προσωρινά του προβλήματος. Έτσι τον Μάιο του 2012 οι τεχνικοί της τρίτης εναγομένης πρότειναν την αλλαγή της πλεξούδας και του εγκεφάλου του κινητήρα πρόταση που δεν έγινε δεκτή από τον ενάγοντα, ο οποίος όντας δύσπιστος ως προς την αποτελεσματικότητα της λύσης αυτής από τους ίδιους και έχοντας κλονισθεί για την ικανότητα και δυνατότητα αυτών να προβούν σε οριστική επιδιόρθωση του προβλήματος, παρέλαβε το όχημα του στις 06-06-2012 και μετέφερε αυτό στο εξουσιοδοτημένο συνεργείο της δεύτερης εναγομένης επίσημης επισκευάστριας και διανομέως των αυτοκινήτων «……….» στην Αθήνα εν όψει και της συμπλήρωσης του χρόνου της διετούς προθεσμίας ευθύνης της πωλήτριας εταιρείας (εγγύησης) για εμφανισθέντα ελαττώματα του οχήματος. Στο εν λόγω συνεργείο το όχημα παρέμεινε για το χρονικό διάστημα από 06-06-2012 έως 10-08-2012 όπου αποκαταστάθηκε η καλωδίωση στους εμπρόσθιους χώρους του κινητήρα, έγινε επισκευή της καλωδίωσης του αισθητήρα «Λ» και αντικατάσταση του αισθητήρα θερμοκρασίας πριν τον υπερπληρωτή καυσαερίων και του αισθητήρα θερμοκρασίας για φίλτρο ντίζελ, όμως η βλάβη παρέμεινε οπότε και προέτιναν – σε συνεργασία και με τον εξειδικευμένο επιθεωρητή της πρώτης – ως την μόνη ενδεδειγμένη λύση την πλήρη αντικατάσταση των καλωδιώσεων του κινητήρα και του εγκεφάλου αυτού, ενέργεια η οποία πραγματοποιήθηκε όταν παρελήφθησαν τα αναγκαία ανταλλακτικά από τη Γερμανία όμως και πάλι η λειτουργία του οχήματος δεν αποκαταστάθηκε πλήρως. Ως εκ τούτου προέβησαν σε περαιτέρω ελέγχους οπότε διαπιστώθηκαν λοιπές μη εγκεκριμένες εργοστασιακά επεμβάσεις στην κεντρική καλωδίωση του οχήματος, οι οποίες και αποκαταστάθηκαν με την ορθή συνδεσιμότητα αυτών με τον ενδεδειγμένο τρόπο, και στις 30-07-2012 κλήθηκε ο ενάγων να παραλάβει το όχημα γεγονός που δεν πραγματοποιήθηκε καθώς στην δοκιμαστική διαδρομή από τον τελευταίο παρουσιάστηκε και πάλι μειωμένη απόδοση κινητήρα. Ως εκ τούτου παρέμεινε στο ανωτέρω συνεργείο όπου αντικαταστάθηκε μια ακόμη βαλβίδα εναλλαγής στοιχείου υποπίεσης κλαπέτου παράκαμψης στροβιλοσυμπιεστή και μια βαλβίδα ανακύκλωσης αέρα του υπερπληρωτή καυσαερίων (turbo) και παραδόθηκε εντέλει στις 10-08-2012 στον ιδιοκτήτη του (ενάγοντα) που το παρέλαβε επιφυλασσόμενος κάθε νομίμου δικαιώματος του. Μετά ταύτα το Δικαστήριο έκρινε ότι η ως άνω δυσλειτουργία του οχήματος συνιστούσε πραγματικό ελάττωμα, οφειλόμενο σε κατασκευαστική αστοχία που υφίστατο ήδη σε λανθάνουσα μορφή κατά την κατάρτιση της σύμβασης πώλησης και συνεπώς και κατά την παράδοση του στον αγοραστή-ενάγοντα. Και μπορεί μεν το ελάττωμα τούτο να μην εκμηδένιζε την αξία του οχήματος δεδομένου ότι δεν αναιρούσε την κατά προορισμό χρήση του αφού ο ενάγων χρησιμοποιούσε τούτο για τον βιοπορισμό του σε καθημερινή βάση διανύοντας δεκάδες χιλιάδες χιλιόμετρα, επηρέαζε ωστόσο αρνητικά αυτές (αξία και χρήση). Το ελάττωμα οφείλεται σε αμέλεια της πρώτης εναγόμενης, που ως πωλήτρια εταιρεία δεν επέδειξε την δέουσα επιμέλεια στις συναλλαγές, ήτοι δε διέγνωσε εγκαίρως τη δυσλειτουργία αυτή ώστε να μην προβεί στην μεταβίβαση αυτού με το προαναφερθέν ελάττωμα.
Πηγή: https://www.newsauto.gr/news/sta-2-eti-i-engiisi-sta-metachirismena-ich-pote-epistrefonte-chrimata/