Απόφαση βόμβα του Συμβουλίου Επικρατείας επιταχύνει τις υποθέσεις ανταγωνισμού



ΑΠΟΦΑΣΗ ΒΟΜΒΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΕΠΙΤΑΧΥΝΕΙ ΤΙΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού βρίσκεται στην επικαιρότητα το τελευταίο διάστημα για την υπόθεση της Μπύρας.
Βασικό σημείο τριβής και με την νυν Κυβέρνηση αλλά και με προηγούμενες Κυβερνήσεις, είναι ο σημαντικός χρόνος που διαρκούν οι διαδικασίες στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Χρόνος που ξεπερνάει κατά πολύ τον μέσο όρο των αναλόγων Επιτροπών στην Ευρώπη αλλά ακόμα και την υπομονή της Κοινής γνώμης που περιμένει περισσότερα αποτελέσματα και ταχύτερα, κατά των καρτέλ.
Πριν λίγο καιρό δημοσιοποιήθηκε όμως μια απόφαση βόμβα του Συμβουλίου της Επικρατείας, η υπ’ αριθμό 2660/2015. Η απόφαση αυτή αφορούσε αίτηση αναίρεσης της ίδιας της Επιτροπής Ανταγωνισμού κατά της απόφασης 428/2007 του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Η υπόθεση αφορούσε προσφυγή του δικηγόρου Θεσσαλονίκης Αθανάσιου Πιτσιόρλα κατά της Ανεξάρτητης Αρχής. Με την προσφυγή που κατέθεσε καταγγελία ο κ. Πιτσιόρλας στην Επιτροπή Ανταγωνισμού στις 19/7/2005, στράφηκε αφ’ ενός μεν εις βάρος των Δικηγορικών Συλλόγων Χαλκιδικής και Κιλκίς «και ευρύτερα όλων των μικρών περιφερειακών δικηγορικών συλλόγων της χώρας» για παραβίαση του δικαίου του ανταγωνισμού ως προς την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών, «με την παρεμπόδιση ή απαγόρευση της παράστασης δικηγόρων εγγεγραμμένων σε άλλους δικηγορικούς συλλόγους ενώπιον των πολιτικών και διοικητικών πρωτοδικείων και εφετείων της δικαστικής περιφέρειάς τους», αφ’ ετέρου δε εις βάρος όλων των δικηγορικών συλλόγων της χώρας για παραβίαση ομοίως του δικαίου του ανταγωνισμού «με την απαγόρευση της παράστασης στην υπογραφή συμβολαίων στην περιφέρεια κάθε πρωτοδικείου δικηγόρων εγγεγραμμένων σε άλλους δικηγορικούς συλλόγους.».
Ειδικότερα, με την εν λόγω καταγγελία του ο κ. Πιτσιόρλας ισχυρίσθηκε ότι, κατά την εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων του Κώδικα περί Δικηγόρων, οι καταγγελλόμενοι σύλλογοι, με σχετικές «αποφάσεις και πρακτικές» τους (σύσταση «τυπικά ή άτυπα» «συλλογικών μηχανισμών νομιμοποίησης», όπως σχετικού «ειδικού ταμείου» κ.ά.), παραβίαζαν τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 703/1977, καθώς και τις αντίστοιχες του ευρωπαϊκού δικαίου του ανταγωνισμού (άρθρα 81 παρ. 1 ΣυνθΕΚ και 1 Κανονισμού 1/2003), και ζήτησε από την Επιτροπή Ανταγωνισμού να διενεργήσει σχετική έρευνα και να λάβει τα ενδεικνυόμενα μέτρα.
Με δεδομένο ότι στο άρθρο 24 του Ν. 703/77 (που όριζε τις ευθύνες της Επιτροπής Ανταγωνισμού έως το 2011) οριζόταν στην παράγραφο 4 ότι «Η Επιτροπή Ανταγωνισμού υποχρεούται να εκδώσει απόφαση μέσα σε έξι (6) μήνες από την ημερομηνία υποβολής της καταγγελίας ή του αιτήματος του Υπουργού Ανάπτυξης» και ότι «σε εξαιρετικές περιπτώσεις και όταν η υπόθεση χρήζει περαιτέρω έρευνας, η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να παρατείνει την προθεσμία αυτή, το ανώτερο, μέχρι δύο (2) μήνες.», ο κ. Πιτσιόρλας προσέφυγε στο Εφετείο διαμαρτυρόμενος ότι πέρασαν οι 8 μήνες και τίποτα δεν έγινε.
Το Διοικητικό Εφετείο δικαίωσε τον κ. Πιτσιόρλα και το ΣτΕ επικύρωσε την απόφαση του Διοικητικού Εφετείου, ισχυριζόμενο τα ακόλουθα:
«6. Επειδή, όπως συνάγεται από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων, η Επιτροπή Ανταγωνισμού, ως εκ της φύσεως και του έργου της, έχει ευρεία ευχέρεια να καθορίζει την προτεραιότητα των υποθέσεων που εκκρεμούν ενώπιόν της και να διαθέτει για κάθε μια το χρόνο που εκτιμά αναγκαίο. Την ευχέρειά της όμως αυτή, λόγω της ιδιαίτερης σημασίας της, οφείλει να την ασκεί με τρόπο συστηματικό και διαφανή, αξιολογώντας και συγκρίνοντας προς τούτο τις εκκρεμείς υποθέσεις βάσει πρόσφορων κριτηρίων, αναγομένων στη σοβαρότητα, την πολυπλοκότητα, τον επείγοντα χαρακτήρα τους κ.λπ. Εν όψει αυτών, η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 24 παρ. 4 του ν. 703/1977, κατά την οποία η Επιτροπή «υποχρεούται να εκδώσει απόφαση» μέσα σε ορισμένη προθεσμία από την υποβολή τής σχετικής καταγγελίας, ναι μεν δεν καθιερώνει την προθεσμία αυτή ως αποκλειστική για την έκδοση οριστικής αποφάσεως επί της οικείας υποθέσεως ούτε καθιστά μετά ταύτα την Επιτροπή κατά χρόνο αναρμόδια, σύμφωνα, άλλωστε, και με τη γενική αρχή περί του ενδεικτικού, κατ’ αρχήν, χαρακτήρα των προθεσμιών που τάσσονται από το νόμο προς τη Διοίκηση,  έχει όμως την έννοια η εν λόγω διάταξη, εν όψει και της χαρακτηριστικής αυστηρότητας στη διατύπωσή της (εξάμηνη προθεσμία δυνάμενη να παραταθεί «σε εξαιρετικές περιπτώσεις και όταν η υπόθεση χρήζει περαιτέρω έρευνας […] το ανώτερο μέχρι δύο μήνες»), ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού οφείλει σε κάθε περίπτωση να τοποθετηθεί επί της συγκεκριμένης καταγγελίας μέσα στις πιο πάνω προθεσμίες: Είτε εκφέροντας οριστική κρίση, είτε παραγγέλλοντας, με προδικαστική απόφαση, περαιτέρω έρευνα ή συμπλήρωση στοιχείων, είτε, εφ’ όσον δεν είναι ώριμη να αποφανθεί επί της ουσίας, εκδίδοντας, πάντως, και στην περίπτωση αυτή, εμπροθέσμως πράξη και καθορίζοντας αιτιολογημένα, κατά τα προεκτεθέντα, τα της προτεραιότητας και της πορείας της υποθέσεως ενώπιόν της. Στην αντίθετη περίπτωση, με την άπρακτη παρέλευση των πιο πάνω προθεσμιών, στοιχειοθετείται, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, παράλειψη οφειλομένης ενεργείας της, προσβλητή επί ακυρώσει με προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού εφετείου.»
Η απόφαση του ΣτΕ έχει μεγάλη σημασία για την λειτουργία της Ανεξάρτητης Αρχής. Με τον νέο νόμο 3959/2011, ναι μεν καταργήθηκε το 6+2 μήνες από την καταγγελία του Ν703/77, όμως και πάλι οι προθεσμίες έκδοσης απόφασης παραμένουν πιεστικές, για τους λόγους που αναλύει η απόφαση του ΣτΕ.
Συγκεκριμένα το άρθρο 15, παρ. 5 του Ν3959/2011 ορίζει όπως:
«5. Κάθε απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού λαμβάνεται μέσα σε δώδεκα μήνες από την ανάθεση της σχετικής υπόθεσης στον Εισηγητή…. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ή όταν η υπόθεση χρήζει περαιτέρω έρευνας, η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να παρατείνει την προθεσμία αυτή, το ανώτερο, μέχρι δύο μήνες.»
Φυσικά όταν ο νομοθέτης λέει «λαμβάνεται» δεν σημαίνει ότι δίνει το δικαίωμα στην Επιτροπή Ανταγωνισμού να λάβει μεν την απόφαση αλλά να την καθαρογράψει μετά από 3 χρόνια!! Κάτι σαν αυτό που ζούμε σήμερα με την Μπύρα που η καθυστέρηση καθαρογραφής της απόφασης έχει ξεπεράσει τους 17 μήνες. Αυτά είναι ξεκάθαρα πράξεις παράλειψης οφειλόμενης ενέργειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού και δεν είναι ανεκτά από κανέναν (εκτός φυσικά από την ίδια την Επιτροπή Ανταγωνισμού).
Η ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΣΤΑ ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΑ ΒΙΒΛΙΑ
Σύμφωνα με την αμετάκλητη, πλέον, απόφαση της Δικαιοσύνης, η Επιτροπή Ανταγωνισμού χρειάστηκε 76 μήνες για να βγάλει απόφαση επί καταγγελίας, στην υπόθεση ξενόγλωσσα βιβλία. Η Δικαιοσύνη, χωρίς να έχει μεσολαβήσει η ανωτέρω απόφαση του ΣτΕ (που πλέον καθόρισε την Νομολογία) είχε αποφανθεί ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού είχε καθυστερήσει 34 μήνες αδικαιολόγητα, θεωρώντας ότι οι 42 μήνες ήταν «εύλογος χρόνος». Η νέα απόφαση του ΣτΕ ανατρέπει τα δεδομένα, αφού πλέον, η καθυστέρηση ξεπερνάει τα 5 χρόνια, όπως εξαρχής ισχυριζόμασταν παντού και η Επιτροπή Ανταγωνισμού μας χλεύαζε και μας συκοφαντούσε συστηματικά.
Η ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΣΕ ΑΛΛΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΩΝ
Η απόφαση του ΣτΕ 2660/2015 δημιουργεί σοβαρά ζητήματα αναφορικά με σειρά καταγγελιών που έχουν γίνει στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και οι οποίες καθυστερούν ή καθυστέρησαν σημαντικά για να έλθουν εις πέρας. Σύμφωνα με το ΣτΕ, σε κάθε τέτοια περίπτωση, υπάρχει «παράλειψη οφειλομένης ενεργείας της Επιτροπής Ανταγωνισμού» και φυσικά και των υπευθύνων προσώπων. ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΣΤΟ ΖΗΤΗΜΑ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ;
Η ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΜΠΥΡΑ
Αφού η Μπύρα είναι στο επίκεντρο των ημερών, θα πρέπει να γνωρίζει η Κοινή Γνώμη ότι η αυτεπάγγελτη έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού ξεκίνησε το 2001, έγιναν σωρεία ενεργειών έως το 2006, συνελέχθησαν σοβαρότατα στοιχεία, συνετάχθη ενημερωτικό σημείωμα προς την ηγεσία της Επιτροπής που καταδείκνυε την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης της πολυεθνικής ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΗΡΘΕ Η ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ της Μύθος ΑΕ. Τον Δεκέμβριο του 2006. Και αντί να εκδοθεί απόφαση σε 6+2 μήνες, έχουμε φτάσει στο 2016 για να εκδοθεί, ίσως, η καταδικαστική απόφαση. ΠΡΟΚΥΠΤΕΙ ΔΕ ΣΑΦΩΣ ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ: ποιος φταίει για την ΠΑΡΑΛΕΙΨΗ ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΜΠΥΡΑ;
 
Με εκτίμηση

Φλωράς Γιώργος
Μέλος στο ΔΣ του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών
 
Το πλήρες κείμενο της απόφασης του ΣτΕ αλλά και της σχετικής απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών μπορείτε να το βρείτε  εδώ.

Σχετικά άρθρα