Καταγγελία του ΣΕΕΑΕ στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή



HELLENIC ASSOCIATION OF AUTOMOBILE MERCHANTS & IMPORTERS
248 El. Venizelou str., KALITHEA 17675, GREECE, Tel.: +30 2109413028 - Fax: +30 2109431677

 
Καλλιθέα,        25/04/2005

EUROPEAN COMMISSION
European Commissioner, Mr Laszlo Kovacs
(in charge of Taxation and Customs Union)
Β-1049 ΒRUXELLES
CC:   TAXUD A/3 D(2004) 2522
        (PROCEDURE: IN/A/2002/2098
        Officer: Mr. Dieter Kischel)
 




ΘΕΜΑ:


 


“Καταγγελία του Συνδέσμου Εμπόρων Εισαγωγέων Αυτοκινήτων Ελλάδας, σχετικά με την ανεπαρκή συμμόρφωση της Ελληνικής Νομοθεσίας με την Απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση C393/98 και σχετικά με τη συνέχιση ισχύος νομοθετικών διατάξεων και πρακτικών της Ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης, που παρεμποδίζουν την ελεύθερη διακίνηση του εισαγόμενου μεταχειρισμένου επιβατικού αυτ/του που προέρχεται από χώρες της ΕΕ, ως εμπορευματικού αγαθού”
 




(ISSUE):


 


( Non conformation of the Hellenic Government with European Court Decision on case C393/98 & ongoing legal prohibition of used passenger car imports from countries-members of EU )
 




Αξιότιμε Κύριε Kovacs,
Επικοινωνούμε μαζί σας, εκπροσωπώντας το σύνολο των εμπόρων αυτ/των της Ελλάδας στα καινούρια και μεταχειρισμένα οχήματα. Ο Σύνδεσμός μας εκπροσωπεί επιχειρηματίες που είναι είτε μέλη επισήμων δικτύων Αντιπροσώπων εισαγωγής & διανομής Αυτοκινητοβιομηχανίας, είτε ανεξάρτητοι έμποροι. 
Επιθυμούμε να καταγγείλουμε στην Ευρ. Επιτροπή μια σειρά από πάγιες πλέον και σοβαρότατες πρακτικές, ενέργειες και παραλείψεις της Ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης, που έχουν σαν αποτέλεσμα το να μην καθίσταται δυνατή η εμπορία εισαγόμενων επιβατικών αυτ/των αντιρρυπαντικής τεχνολογίας από τους έλληνες εμπόρους αυτ/των που εκπροσωπούμε. Σας υπενθυμίζουμε ότι η αναφορά μας σε κάποια από τα θέματα αυτά, δυστυχώς, έχει λάβει χώρα και στο πρόσφατο παρελθόν, χωρίς να παρατηρούμε μέχρι στιγμής κάποιο αποτέλεσμα διορθωτικής αλλαγής στα όσα καταγγέλθηκαν από προηγούμενες επιστολές μας (Τελευταίος αρ. συστημένης επιστολής μας μέσω Ελληνικού Ταχυδρομείου: RE378838254GR, με αρ. πρωτοκ. εξερχομένων του Συνδέσμου: 1636/8-3-2004).
Θα επιχειρήσουμε να σας αναφέρουμε συνοπτικά κάθε μια από τις παράνομες και αντικοινοτικές αυτές πρακτικές:
Πρακτικές πρόκλησης εμποδίων από υπηρεσίες της Δ/νσης Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης του Υπ. Οικονομικών στην αρμόζουσα  κατάταξη των εισαγόμενων επιβατικών σε Κοινοτική Οδηγία Αντιρρυπαντικής Τεχνολογίας και την εμπορία τους.
1.  Έχει διαπιστωθεί μια συστηματική παραβίαση της Υφιστάμενης Εθνικής Νομοθεσίας που διέπει την κατάταξη εισαγόμενων μεταχειρισμένων επιβατικών αυτ/των σε Κοινοτική Οδηγία Αντιρρυπαντικής Τεχνολογίας, ώστε να ενταχθούν σε αντίστοιχη κλίμακα επιβολής Φόρου Κατανάλωσης.
Εμπνευστές αυτής της παράνομης πρακτικής είναι στελέχη του Υπουργείου Οικονομικών, που ανήκουν στη Δ/νση Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης και υπηρετούν στην Ελεγκτική Υπηρεσία Τελωνείων (ΕΛ.Υ.Τ). Με το επιχείρημα ότι έχουν κατά καιρούς ανακαλύψει ορισμένα παραποιημένα έγγραφα “πιστοποιητικών συμμόρφωσης”, που αποτελούν έγγραφες βεβαιώσεις των αυτοκινητοβιομηχανιών για αντιστοίχιση κάθε οχήματος-φορέα του σήματός τους σε Κοινοτική Οδηγία με βάση τον αριθμό πλαισίου του, επιβάλλουν στις Τεχνικές Υπηρεσίες των Νομαρχιών, που έχουν επιφορτιστεί με αυτή την κατάταξη, να δέχονται μόνο “πιστοποιητικά συμμόρφωσης” προερχόμενα από την Ελληνική Αντιπροσωπεία Διανομής της κάθε Αυτοκινητοβιομηχανίας και όχι από τον ίδιο τον Κατασκευαστή.
Η μεθόδευση αυτή παρεμποδίζει το ελεύθερο εμπόριο των εισαγόμενων από την ΕΕ αυτ/των στη χώρα μας και δίνει δικαίωμα στους Έλληνες Διανομείς των Αυτοκινητοβιομηχανιών να «μπλοκάρουν» προς όφελός τους αυτές τις εισαγωγές, αφού ορισμένα εισαγόμενα αντιρρυπαντικής τεχνολογίας μεταχειρισμένα αυτ/τα συχνά ανταγωνίζονται τα καινουργή, όχι μόνο σε ποιότητα αλλά ακόμα και σε προδιαγραφές αντιρρύπανσης. Οι Έλληνες Αντιπρόσωποι των Αυτοκινητοβιομηχανιών, εκτός του ότι καθυστερούν να προμηθεύσουν τους εμπόρους–εισαγωγείς με αυτά τα πιστοποιητικά, εισπράττουν και χρηματικό ποσό περί τα 300 ευρώ για κάθε ένα από αυτά που παραδίδουν σε ενδιαφερόμενο. Αναγκάζεται, δηλαδή, ο ανταγωνιζόμενος τις Αντιπροσωπείες Εργοστασίου στις λιανικές πωλήσεις έμπορος αυτ/των να καταβάλει χρηματικό ποσό στον εμπορικό του ανταγωνιστή, ο οποίος σημειωτέον πωλεί και μεταχειρισμένα αυτ/τα δικού του ή άλλου σήματος. Η συνέχιση αυτής της διοικητικής πρακτικής ισοδυναμεί με ποσοτικό περιορισμό στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές, με στρέβλωση του ελεύθερου ανταγωνισμού δια της δυσμενούς μεταχείρισης μίας κατηγορίας Κοινοτικών αγαθών προς όφελος άλλης και συντελεί στο να εμποδιστεί εντελώς η εμπορία των εισαγόμενων από την ΕΕ επιβατικών προς όφελος των καινουργών.
    Επεκτείνοντας περισσότερο την αντίθετη με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο συμπεριφορά του, το Ελληνικό Δημόσιο δεν συμμορφώθηκε επαρκώς με την  Απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση C393/98, παρά την ψήφιση στις 3/6/2003 του Νόμου 3156, που καθιερώνει σε ειδικό άρθρο του την παρέμβαση Επιτροπών για εξέταση της ορθότητας του Ελληνικού Φόρου Κατανάλωσης (“Ειδικό Τέλος Ταξινόμησης”) που έχει επιβαρύνει το κάθε εισαγόμενο επιβατικό. Οι Επιτροπές αυτές, που έπρεπε να διενεργούν ελέγχους (...σύμφωνα με το Νόμο) ήδη από τον Ιανουάριο του 2004, συστάθηκαν με πολύ μεγάλη καθυστέρηση εντός του Απριλίου 2005. Παραπέρα, το χρηματικό ποσό που απαιτείται να καταβληθεί εφάπαξ ως παράβολο (arbitration fee) στις αρμόδιες υπηρεσίες, προκειμένου να παρέμβουν οι Επιτροπές αυτές, είναι τόσο υψηλό, που ισοδυναμεί με πρόσθετο φόρο και για το λόγο αυτό σε αρκετές περιπτώσεις μικρών αλλά υπαρκτών διαφορών, καθιστά άσκοπη την προσφυγή σε αυτές. Ο φόρος που επιβάλλεται στα εισαγόμενα από την ΕΕ μεταχειρισμένα αυτ/τα, παραμένει ακόμα ανώτερος του υπολειπόμενου φόρου, όπως αυτός θα έπρεπε να διαμορφώνεται κατόπιν ανάλογης απαξίωσης παράλληλα με τη φορολογητέα αξία, κατά τα προβλεπόμενα αριθμητικά ποσοστά απαξίωσης λόγω παλαιότητας, που ισχύουν από την Ελληνική Τελωνειακή Νομοθεσία (Ν.2960, άρθρο 126, παρ 1α). Προ της παραπομπής στις Επιτροπές του Νόμου 3156/3-6-2003, έπρεπε να προεξοφλείται αυτή η μη υπέρβαση, ώστε να μην καθίσταται υποχρεωτική η παραπομπή σε αυτές κάθε εισαγόμενου επιβατικού, οπότε να γίνεται ασύμφορη η εμπορία του (...λόγω απώλειας χρόνου του έλληνα εισαγωγέα-εμπόρου). Περαιτέρω, η λίστα με τα σημεία προς έλεγχο δεν συνοδεύεται από αντικειμενικό προσδιορισμό των μειώσεων Φόρου Κατανάλωσης και παραπέμπει σε αδιαφανείς διαδικασίες ή χειρισμούς, κατά τον επαναπροσδιορισμό του πληρωτέου φόρου από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Το τελευταίο αποτελεί, κατά τη γνώμη μας, επιπλέον παραβίαση της Απόφασης του ΔΕΚ στην υπόθεση C393/98, παρά τις έντονες υποδείξεις της ΕΕ στην Ελληνική Κυβέρνηση κατά τον Απρίλιο και τον Αύγουστο του 2004.
2.  Υποχρεώνονται οι Έλληνες Εισαγωγείς Έμποροι Αυτοκινήτων με βάση το έγγραφο του Υπ. Οικονομικών υπ’  αριθμ. Φ.1061/655/22-12-2000 Δ.Υ.Ο. & το υπ’ αρ. Φ.1002/625/14-12-2000 Α.Υ.Ο. να συμπληρώνουν κατά την άφιξη των εισαγόμενων από την ΕΕ επιβατικών στη χώρα μας το λεγόμενο “Δελτίο Άφιξης Οχήματος”, που ισοδυναμεί με καταγραφή του εισαγόμενου αγαθού προς επιβολή του προαναφερθέντος Ειδικού Τέλους Ταξινόμησης. Πραγματικά, οι ιδιοκτήτες των αυτ/των, που φαίνονται στα “ΔΑΟ”, καλούνται να καταβάλουν προκαταβολικά (πριν την πώληση, ταξινόμηση και τη θέση σε ανάλωση) τον ελληνικό φόρο κατανάλωσης, που επίσης ισοδυναμεί με επιβολή Τελωνειακού Δασμού σε αγαθό εισαγόμενο από χώρα της ΕΕ, εφόσον προκαταβάλλεται. Ο φόρος αυτός έπρεπε να καταβάλλεται μετά την πώληση, όσον αφορά περιπτώσεις εμπόρων-εισαγωγέων.
3.  Ενώ το Ελληνικό σύστημα επιβολής Φόρου Κατανάλωσης στα εισαγόμενα καινουργή & μεταχειρισμένα Ε.Ι.Χ. αυτ/τα χρησιμοποιεί ως βάση επιβολής φόρου τους τιμοκαταλόγους χονδρικής των Αυτοκινητοβιομηχανιών προς τις Ελληνικές Αντιπροσωπείες Εισαγωγής του σήματος, οι ανεξάρτητοι έμποροι–εισαγωγείς επιβατικών αυτ/των από χώρες της ΕΕ δεν έχουν πρόσβαση σε αυτούς τους τιμοκαταλόγους, κατόπιν εμποδίων που προβάλλει η Δ/νση Τελωνείων & Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης του Ελληνικού Υπ. Οικονομικών. Το συγκεκριμένο γεγονός έχει συμπεριληφθεί στις συμπεριφορές που καταδικάζονται από τις επιστολές της ΕΕ προς το Ελληνικό Κράτος, του Απριλίου & Αυγούστου 2004. Παρ’ όλα αυτά, η πληροφόρηση των φορολογούμενων ελλήνων επαγγελματιών με το σύνολο αυτών των σημαντικών για το εμπόριο αυτ/των πληροφοριών είναι ακόμα αδύνατη. Η τακτική αυτή πιστεύουμε ότι παρεμποδίζει την άσκηση του επαγγέλματος των εμπόρων-εισαγωγέων της παράλληλης αγοράς αυτ/του και καταργεί κάθε δυνατότητα προγραμματισμού αγορών και προϋπολογισμού εξόδων των εμπόρων αυτ/των.
Εξ’ άλλου, εκτός από τον κυρίως όγκο του αυτ/του, φορολογούνται κάθε φορά με τον Ελληνικό Φόρο Κατανάλωσης (Τέλος Ταξινόμησης) και τα αξεσουάρ που συνοδεύουν το κάθε επιβατικό μοντέλο. Είναι ευρέως παρατηρημένο από πολλούς εμπόρους εισαγωγείς αυτ/των, ότι σε κάθε Τελωνείο ανά την Ελληνική επικράτεια εφαρμόζεται διαφορετική τακτική καθορισμού του πληρωτέου φόρου με βάση ανόμοιους συνδυασμούς εμπλοκής φορολογητέων Αξιών των στάνταρτ και των extra αξεσουάρ των εισαγόμενων αυτ/των, καθώς δεν υπάρχει ένα ενιαίο δημοσιοποιημένο διαδικαστικό πλαίσιο. Αποτέλεσμα είναι το ίδιο αυτ/το να αντιμετωπίζει διαφορετική φορολόγηση σε κάθε περιοχή της χώρας, λόγω αυθαίρετης επιβολής επιπλέον φόρου σε κάποια από αυτά τα αξεσουάρ, που χαρακτηρίζονται ως extra, παρόλο που συμπεριλαμβάνονται στα στάνταρτ του μοντέλου. Το επίπλαστο αυτό πρόβλημα πιστεύουμε ότι εξυπηρετεί μια σκόπιμη πρόκληση ανωμαλίας στη λειτουργία της παράλληλης αγοράς και διογκώνεται τόσο από την έλλειψη της διαφάνειας που περιγράψαμε πριν, όσο και από την έλλειψη μιας πάγιας κατεύθυνσης της αρμόδιας Υπηρεσίας για την επιβολή του Ελληνικού Φόρου Κατανάλωσης με βάση σταθερά και αδιαφιλονίκητα καταγεγραμμένα κριτήρια, όπως ο συσχετισμός των εκάστοτε “extra” με το εκάστοτε manual κατασκευαστή, που διατίθεται στη χώρα προέλευσης του αυτ/του προς εισαγωγή.
4.  Ως επιστέγασμα όλων των προαναφερθεισών παράνομων τακτικών, υπηρεσίες της Δ/νσης Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης του Υπ. Οικονομικών προβαίνουν σε εκδόσεις αναδρομικών χρεώσεων Τέλους Ταξινόμησης, ΦΠΑ Εισαγωγών και προσαυξήσεις προστίμων, εις βάρος των εμπόρων εισαγωγέων που εκπροσωπούμε. Σε τελικό στάδιο, εμποδίζεται περιστασιακά και η έκδοση φορολογικής ενημερότητας υπέρ του εμπόρου, γεγονός που αδρανοποιεί κάθε δυνατότητα συναλλαγής του με Δημόσιες Υπηρεσίες & Οργανισμούς. Η πλειοψηφία των αναδρομικών αυτών χρεώσεων έχουμε διαπιστώσει ότι αφορούν στους παρακάτω καταχρηστικούς λόγους & πρακτικές:
Α.  Συχνή πλήρης απουσία ακριβούς διατύπωσης της υποτιθέμενης παράβασης στην έγγραφη ανακοίνωση της όποιας χρέωσης.
Β.  Μη πρότερη απόδειξη της συχνά προφασιζόμενης πλαστότητας των ήδη κατατεθειμένων παραστατικών, χωρίς την οποία επιβάλλεται συχνά πρόστιμο ή δεσμεύονται ως παρακαταθήκη μεγάλα χρηματικά ποσά, χωρίς να ορίζεται εύλογη χρονική προθεσμία αποδέσμευσής τους.
Γ.  Συχνή μη τήρηση του χρονικού περιθωρίου παραγραφής οικονομικών αξιώσεων υπέρ του Δημοσίου λόγω εσφαλμένης δήλωσης, σε συνδυασμό με παράτυπο υπολογισμό του χρονικού περιθωρίου παραγραφής, όχι δηλαδή από την ημ/νία τέλεσης της υποτιθέμενης παράνομης πράξης, αλλά από την ημ/νία κοινοποίησης της αναδρομικής χρέωσης/προστίμου στον φερόμενο ως παραβάτη.
Δ. Συχνή πρόφαση παραπτώματος, βάσει της εσωτερικής υπηρεσιακής εγκυκλίου ΠΟΛ 1050/11-2-2000, ότι ο συναλλασσόμενος έμπορος αυτ/των χώρας της ΕΕ (από τον οποίο έχει προμηθευτεί χονδρικώς μεταχειρισμένα αυτ/τα προς εισαγωγή ο έλληνας έμπορος-εισαγωγέας) δεν ανήκει στο “καθεστώς συναλλαγής περιθωρίου κέρδους”, ώστε να πωλεί αυτ/τα χωρίς να επιβάλει ΦΠΑ σε όλη την αξία χονδρικής τους αλλά μόνο στη διαφορά κέρδους, με βάση την ειδική εξαίρεση του Ελληνικού Νόμου για το ΦΠΑ (άρθρο 45, του Ν.2859/2000). Δηλαδή, υπονοείται ότι εμπορεύεται μεταχειρισμένα ο έμπορος-εισαγωγέας χωρίς να καταβάλει ΦΠΑ για ολόκληρη την αξία χονδρικής ( παρόλο που ο εν λόγω προμηθευτής του έλληνα εισαγωγέα δεν είναι αυτοκινητοβιομηχανία, οπότε αντίστοιχα ο ΦΠΑ έχει ήδη καταβληθεί κατά την αρχική αγορά στη χώρα συναλλαγής! ).
Εν όψει όλων των ανωτέρω, ζητούμε μια επείγουσα παρέμβαση της Επιτροπής με σκοπό να λειτουργήσει ομαλά η Ελληνική Αγορά Αυτ/του και ο ελεύθερος εμπορικός ανταγωνισμός. Επιπλέον, αιτούμαστε γραπτή απάντηση/τοποθέτησή της στα όσα καταγγέλλουμε στο παρόν κείμενο. Καλούμε δε την Επιτροπή να μην ανεχτεί περισσότερο τη μη συμμόρφωση της Ελληνικής Κυβέρνησης με την Ευρωπαϊκή Νομιμότητα, πιέζοντας για άμεση και προσήκουσα εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας και των αποφάσεων του ΔΕΚ. Τέλος, παρακαλούμε να μας ενημερώσετε για την πρόοδο των δράσεων της Κοινότητας προς κατάργηση των όλων των παραπάνω περιγραφόμενων αντιξοοτήτων.
Παραμένουμε στη διάθεσή σας για κάθε διευκρίνιση.
 
Με τιμή
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                    Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ 
ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΦΕΛΛΑΣ                                                ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΥΡΑΤΣΟΣ
 
Για να δείτε το πρωτότυπο έγγραφο, πατήστε εδώ